SUPERNATURAL: The Rockin' Horror TV Show

Posted by universechild On Dec 24, 2009 0 comments




- Το δεύτερο μέρος για τους Kiss ακολουθεί.

Στο μεταξύ, αξίζει τον κόπο να ρίξουμε μια ματιά σε κάτι νέο, που έχει ήδη την στόφα του κλασικού καθώς αψηφά τις μόδες και τις τάσεις της εποχής μας, με μια όμως μόνο εξαίρεση: είναι ένα ακόμη παράδειγμα στην ατελείωτη λίστα κορυφαίων τηλεοπτικών σειρών που είναι καλύτερες από αντίστοιχες ταινίες του ίδιου είδους.

Το Supernatural είναι μια τηλεοπτική σειρά που αξίζει να αναφερθεί σε ένα blog σχετικό με ατόφιο hard rock και metal, και όχι μόνο επειδή η αγαπημένη μπάντα ενός από τους πρωταγωνιστές είναι οι AC/DC, μερικά κλασικά κομμάτια των οποίων κάνουν συχνή εμφάνιση στο soundtrack.

Πέρα από μια σειρά μυθοπλασίας με συγκεκριμένους χαρακτήρες και θεματολογία από το χώρο του "φανταστικού", του "απόκρυφου" και της μυθολογίας, το πολύ καλογραμμένο Supernatural μοιάζει ως "celebration", ως ένας φόρος τιμής στο ίδιο το heavy metal και τις θεματολογίες που το εμπλούτισαν ήδη από τις εποχές που οι Black Sabbath και οι Led Zeppelin έκαναν τα πρώτα τους βήματα.

Για να τα πάρουμε από την αρχή. Κεντρικοί ήρωες είναι τα αδέρφια Dean και Sam, τελευταίοι απόγονοι μιας "δυναστείας" (ας το πούμε έτσι) από κυνηγούς "τεράτων", διαλεγμένοι αλλά και ταυτόχρονα "καταραμένοι" να έχουν ως αποστολή την εξολόθρευση κάθε ενσάρκωσης του κακού, είτε μιλάμε για πιο "παραδοσιακές" μορφές του όπως τα κλασικά βαμπίρ, λυκανθρώπους και δαίμονες με ονομασίες από τη βίβλο, έως και δαίμονες με ονόματα από μυθολογίες πανάρχαιων λαών όπως οι Σουμέριοι. Ναι, το set-up είναι αρκετά οικείο και θυμίζει μπόλικους αντι-ήρωες της μυθοπλασίας, από τους Van Helsing και Solomon Kane έως την οικογένεια Belmont της σειράς Castlevania (αλλιώς και Akumajo Dracula στα Ιαπωνικά). Ίσως θυμίζει και προηγούμενες αμερικάνικες τηλεοπτικές σειρές του υπερφυσικού, αλλά η φτήνια ενός προϊόντος όπως το Charmed δεν έχει καμμία σχέση με μια παραγωγή κινηματογραφικού επιπέδου όπως το Supernatural.

Το ζήτημα είναι ότι η προσέγγιση αυτού του πολυχρησιμοποιημένου θέματος από τους συντελεστές της σειράς είναι ολόφρεσκια με χαρακτήρες που φαντάζουν πολυδιάστατοι, "ζωντανοί" και καθημερινοί παρά τα τέρατα που εμφανίζονται (για τα οποία γίνεται πολύ έξυπνη χρήση των SFX) ενώ και η ιστορία, τόσο το γενικότερο story-arc όσο και οι μικρότερες υποθέσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι κεντρικοί ήρωες, ισορροπούν αξιοθαύμαστα ανάμεσα στον τρόμο, τη δράση, το χιούμορ και το ανθρώπινο δράμα. Μεγάλο ρόλο σε αυτό παίζουν βέβαια και το εξαιρετικό casting με τις εξαιρετικές ερμηνείες των ηθοποιών, αλλά και η γενικότερη σκηνοθεσία.

Και βέβαια, η σειρά αυτή απλά ροκάρει. Το ευρύτερο φάσμα του rock, με έμφαση βέβαια στο κλασικό hard rock και heavy metal από AC/DC (φυσικά), Black Sabbath, Led Zeppelin και Blue Oyster Cult μέχρι ότι μπορεί να φανταστεί κανείς, έχει την τιμητική του, και όχι μόνο ως ηχητικό υπόστρωμα, αλλά ως μέρος του τρόπου ζωής ενός από τους δύο κεντρικούς ήρωες, του Dean. Και όχι μόνο αυτό βέβαια, αλλά το υπερφυσικό, οι μύθοι και το "απόκρυφο", αποτελούσαν πάντα βασικό κομμάτι της θεματολογίας του metal.

Θα ΕΠΡΕΠΕ να κυκλοφορήσει ένα soundtrack για την σειρά, το οποίο θα ήταν βέβαια μεγέθους ενός box set αν λάβεις υπ όψιν την πληθώρα των κομματιών που είτε ακούγονται είτε αναφέρονται, έμμεσα ή άμεσα, στα διάφορα επεισόδια. Θα ήταν σίγουρα τα CD που θα άκουγε ο Dean κάθε φορά που θα οδηγούσε το Metal Car!

KISS

Posted by universechild On Nov 28, 2009 2 comments

Αν αυτό ακούγεται αρκετά κυνικό ως εισαγωγή, δεν φταίμε εμείς, ο ίδιος ο Simmons στο βιβλίο του Sex, Money, Kiss (κατά δήλωσή του ο τίτλος υποδηλώνει τα πράγματα που λατρεύει) αναφέρει περήφανα ότι το αγαπημένο του πράγμα στον κόσμο, το μοναδικό για το οποίο κάνει τα πάντα, είναι τα λεφτά. Κάπου λέει ότι ετοιμαζόταν να κυκλοφορήσουν ακόμη και Kiss κωλόχαρτο με τις φάτσες των μελών σε κάθε "φύλλο" (δεν κάνουμε πλάκα), αλλά τελικά δεν ήταν δυνατό να γίνει λόγω τεχνικών δυσκολιών σχετικά με την αλληλεπίδραση του μελανιού και του λερωμένου κώλου.

Χωρίς να παραγνωρίζεται η πολύτιμη παρουσία των Peter Criss και Ace Frehley στην πρώτη (και ίσως μουσικά δημιουργικότερη για κάποιους) περίοδο της μπάντας, η υπερεπιτυχία της τετράδας με τις παράξενες "μάσκες" οφείλεται κυρίως στο εμπορικό δαιμόνιο του μπασίστα Gene Simmons και το ταλέντο και την συνέπεια του τραγουδιστή/ κιθαρίστα Paul Stanley. Οι δυο τους αποτέλεσαν τον σταθερό πυρήνα των Kiss από το ξεκίνημα, προτού ακόμη η μπάντα βαφτεί και αποτελέσει μια από τις επιρροές, μεγαλύτερη από όσο θα ήθελαν οι ίδιοι να παραδεχτούν, των Σκανδιναβών μπλακμεταλλάδων με τα άσπρα μούτρα.

Πιτσιρικάδες ακόμη, ο Ισραηλινής καταγωγής Simmons και Νεοϋρκέζος Stanley κινήθηκαν για κάποιο διάστημα ως Wicked Lester, με μέτρια επιτυχία, εως ότου γνώρισαν τον drummer Peter Criss μέσω μιας αγγελίας. Με την προσθήκη λίγο αργότερα, στα τέλη του 1972, και του Ace Frehley στη κιθάρα, το όραμα που είχαν για μια νέα μπάντα με πιο σκληρό ήχο, άρχισε να υλοποιείται.

Πέρα από τις μαλακίες που λέγονται για το τι σημαίνει το KISS (όπως ολόκληρα παραμύθια έχουν γραφτεί π.χ. για τους W.A.S.P. και τους AC/DC), η εξήγηση είναι απλή: ο Stanley σκέφτηκε ένα σύντομο και πιασιάρικο όνομα, που θυμίζει μεν γκόμενες (βασικός στόχος όσων πιάνουν μια κιθάρα στα χέρια), αλλά γίνεται εξίσου εύκολα και λογότυπο. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι το "KISS" είναι εξίσου αναγνωρίσημο με τη νυχτερίδα του Batman, σίγουρα όχι τυχαίο καθώς ο Simmons έχει αναφέρει ότι η αγάπη που είχε από μικρός για τα κόμιξ υπήρξε μια από τις βασικές επιρροές για το make-up και την συνολική εικόνα της μπάντας. Το όνομα έχει να κάνει και με μια από τις προηγούμενες μπάντες του Criss που λεγόταν Lips.



Η μπάντα ξεκίνησε τις ζωντανές εμφανίσεις από τις αρχές του 1973, και γνωρίστηκε με τον Bill Aucoin, o οποίος τους πρότεινε να γίνει ο μάνατζέρ τους. Εκείνοι δέχτηκαν με την προϋπόθεση να αποκτήσουν συμβόλαιο για δίσκο, και έτσι βρέθηκαν να είναι η πρώτη μπάντα της νεοσύστατης Emerald City (η οποία σύντομα ονομάστηκε Casablanca Records) του πρώην ποπ τραγουδιστή Neil Bogard (αμφιβάλλουμε ο συνειρμός που δημιουργεί το επίθετό Bogard σε σχέση με το όνομα της εταιρίας να είναι τυχαίος).

Στα τέλη της χρονιάς η μπάντα μπήκε στο στούντιο για το ομώνυμο ντεμπούτο της. Ωστόσο, το Kiss (1974), παρά την προώθηση και την συναυλιακή υποστήριξη, δεν τα πήγε ιδιαίτερα καλά. Την ίδια μοίρα ακολούθησε και το Hotter Than Hell (1974) που κυκλοφόρησε μερικούς μήνες αργότερα. Το Dressed To Kill (1975) παρουσίασε βελτιωμένες πωλήσεις, αλλά σχετικά απογοητευτικές σε σχέση με την φήμη που οι Kiss είχαν ήδη αρχίσει να χτίζουν με την σκηνική τους παρουσία: εντυπωσιακά show-υπερπαραγωγές με πυροτεχνήματα, τον Simmons να φτύνει φωτιές και "αίμα" (γιαούρτι με χρωστικές ουσίες) και τα τύμπανα να πετάνε σπίθες.



Η ιδέα που τους έσωσε, λοιπόν, ήταν ένα άλμπουμ που θα μετέδιδε αυτή την ενέργεια των show ως ηχητική εμπειρία. Αν και αργότερα παραδέχτηκαν ότι το Alive! (1975) έχει πειράγματα στο στούντιο και μίξη περισσότερου κοινού, ο δίσκος κυριολεκτικά έσωσε την εταιρία τους και τους έβαλε στο μουσικό χάρτη. Είναι ίσως το πραγματικό "ντεμπούτο" τους, καθώς η live εκδοχή του "Rock And Roll All Nite" με την προσθήκη σόλο θεωρήθηκε η "οριστική", και όχι εκείνη του Dressed to Kill.




Στον απόηχο της επιτυχίας αυτής, η μπάντα δεν έχασε χρόνο και μπήκε στο στούντιο με τον παραγωγό Bob Ezrin, γνωστό από τις συνεργασίες του με τον Alice Cooper. Έχοντας στα χέρια τους μπόλικα λεφτά ως προϋπολογισμό, το Destroyer (1976) ήταν ο πιο φιλόδοξος μέχρι τότε δίσκος τους, με χρήση ορχήστρας και μπόλικων στουντιακών εφέ. Κερασάκι στην τούρτα και η εικονογράφηση του εξώφυλλου από τον Ken Kelly (γνωστό κυρίως για τις fantasy δουλειές του, και τα καταπληκτικά εξώφυλλα Conan). Ο δίσκος έγινε σύντομα χρυσός, ενώ μέχρι τα τέλη της χρονιάς, και με την βοήθεια του single για την μπαλάντα "Beth", έγινε το πρώτο τους πλατινένιο άλμπουμ. 




Σε διάστημα μικρότερο του ενός χρόνου ακολούθησαν δύο ακόμη από τα υπερεπιτυχημένα τους άλμπουμ, Rock And Roll Over (1976) και Love Gun (1977) - το δεύτερο επίσης με "επικό" εξώφυλλο από τον Ken Kelly. Οι δίσκοι έγιναν σύντομα πλατινένιοι, όπως και ο δεύτερος "ζωντανός" δίσκος τους με τον πρωτότυπο τίτλο Alive II (1977). Οι Kiss είχαν γίνει πλέον megastars, και πέρα από τα εκρηκτικά live τους, οι εμφανίσεις τους σε τηλεοπτικές εκπομπές για την προώθηση του εαυτού τους ήταν αρκετές. Η περίοδος αυτή ήταν και η καλύτερη για την κυκλοφορία της πρώτης του συλλογής Double Platinum (1978), το οποίο έγινε επίσης πλατινένιο (αν και δεν έγινε ποτέ διπλά πλαντινένιο).






Η επιτυχία δίνει τις καλύτερες ευκαιρίες για  κινήσεις που ένας κυνικός μπορεί να θεωρήσει ως "αρπαχτές", οπότε φυσικό επακόλουθο της τεράστιας απήχησης που απέκτησε η μπάντα ήταν το πραγματικά ανελέητο merchandise με διάφορα προϊόντα που έφεραν την εικόνα και το λογότυπό τους - πράγμα που οφείλεται κυρίως στο εμπορικό (ή απλά Εβραϊκό; είπαμε ο άνθρωπος είναι Ισραηλινής καταγωγής) πνεύμα του "δαίμονα" Gene Simmons. Μπιχλιπίδια όπως κουκλάκια, παιχνίδια αλλά και make-up kits τους έφεραν εκατομμύρια που δεν είχαν σχέση με μουσική, αν και τα τεύχη της Marvel Comics είναι αξιόλογα καθώς τα δημιουργικά teams από πίσω τους είναι υπεύθυνα για μερικά από τα καλύτερα Αμερικάνικα κόμιξ της εποχής εκείνης, συμπεριλαμβανομένου και του Conan.




Κάτι άλλο που επίσης μπορεί να θεωρηθεί ως αρπαχτή είναι και η κυκλοφορία των τεσσάρων "σόλο" άλμπουμ, το κάθε ένα με τίτλο το όνομα ενός μέλους της μπάντας, χωρίς βέβαια να υπονοεί κανείς ότι το ηχητικό αποτέλεσμα ήταν κακό. Αλλά πόσο "solo" είναι 4 άλμπουμ που κυκλοφορούν από τα μέλη μιας μπάντας εν ενεργεία, με artwork που φέρει το επίσημο λογότυπο καθώς και τις φάτσες των μελών με το make-up που φορούν για τη μπάντα αυτή; Ο εμπορικός θρίαμβος που περίμεναν με την κίνηση αυτή δεν ήρθε ποτέ (δηλ. το κοινό δεν τσίμπησε), και οι συνολικές πωλήσεις των 4 άλμπουμ δεν ξεπέρασαν εκείνες του Love Gun. Πάντως σαν άκουσμα είναι ενδιαφέροντα, με του Stanley και του Frehley να διατηρούν το κλασικό hard rock ύφος, του Criss να κάνει προφανείς τις R&B επιρροές του, ενώ του Simmons να είναι το πιο εκλεκτικό με επιρροές από Beatles, συνεργασίες με διάφορα τότε μεγάλα ονόματα της μουσικής σκηνής, έως και μια διασκευή από το τραγούδι της ταινίας Pinocchio του Ντίσνεϋ ("When You Wish Upon a Star"). Είμαστε σίγουροι ότι η επιλογή του τελευταίου τραγουδιού ήταν καθαρά συμβολική.


Η επιτυχία, επίσης, μερικές φορές δημιουργεί τις συνθήκες για σπασμωδικές κινήσεις και στραβοπατήματα που  ίσως προκαλούνται από την αίσθηση του "άτρωτου". Σε αυτό το σημείο τελειώνει το πρώτο μέρος του αφιερώματος για τους Kiss και την πρώτη περίοδό τους. Στο επόμενο θα ασχοληθούμε με την περίοδο της σύντομης παρακμής τους, στα τέλη της δεκαετίας και τις αρχές της επόμενης, αλλά και τον επαναπροσδιορισμό της εικόνας, και της αναγέννησής τους μέσα στα 80s.



Τα τέλη της δεκαετίας του 1970 θεωρούνται ως η αφετηρία της παρακμής για την μπάντα με σημάδια εσωτερικής διάλυσης, διαφωνίες, τρελλό merchandising που υπερκάλυπτε την ίδια τη μουσική και φυσικά αμφιλεγόμενα (για να μην πούμε εντελώς άκυρα και φανούμε άδικοι) άλμπουμ.


Μια από τις μεγαλύτερες πατάτες τους ήταν και η ταινία Kiss Meets the Phantom of the Park, η οποία έκανε πρεμιέρα τον Οκτώβριο του 1978 στο NBC. Η ταινία, ακολουθώντας τα τέσσερα "σόλο" άλμπουμ που είχαν κυκλοφορήσει μερικούς μήνες πριν, ήταν υποτίθεται το δεύτερο μέρος μιας μιντιακής "επίθεσης" που θα έκανε τους Kiss ακόμη πιο τεράστιους. Για να πούμε την αλήθεια, βέβαια, τα ratings στην πρώτη εκείνη προβολή ήταν αρκετά ψηλά. Όμως, τι σχέση έχει αυτό το πράγμα με οτιδήποτε, ειδικά αν σκεφτείς ότι πρόθεσή τους ήταν η ταινία να είναι μια μίξη του A Hard Day's Night και του (κρατηθείτε) Star Wars, με τους Kiss ως σουπερήρωες. Μα δηλαδή, ΤΙ ΕΙΧΑΝ ΣΤΟ ΜΥΑΛΟ ΤΟΥΣ;


Την επόμενη χρονιά το Dynasty (1979) έγινε πλατινένιο, αλλά η "The Return of Kiss" περιοδεία για την προώθησή του δεν είχε την ανάλογη επιτυχία, ενώ είχαν αρχίσει να γίνονται εμφανή και τα εσωτερικά προβλήματα της μπάντας. Στις 16 Δεκεμβρίου του 1979 ο Criss έπαιξε για τελευταία φορά με τη μπάντα (μέχρι το reunion του 1996). Τελευταία του συμμετοχή σε ηχογραφήσεις ήταν το Unmasked (1980), ένα μέτριο άλμπουμ με παραπλανητικό τίτλο (οι Kiss θα έβγαζαν τις μάσκες μερικά χρόνια αργότερα) που έκανε την παρακμή της μπάντας εμφανή. Ένα μοναδικό show έγινε στις ΗΠΑ για την προώθηση του δίσκου, στο οποίο έκανε την πρεμιέρα του ο νέος drummer της μπάντας Eric Carr (ως "Αλεπού").


Για τον επόμενο δίσκο η μπάντα συνεργάστηκε με τον Bob Ezrin ("Destroyer") και υποσχέθηκε μια επιστροφή στις Hard Rock ρίζες της, αλλά το Music From the Elder (1981) ήταν κάθε άλλο παρά αυτό. Υποτίθεται το soundtrack για μια "ταινία" στο μυαλό του Simmons με αρκετά κλισέ ιστορία (κάποιος που σώζει τον κόσμο - πρωτότυπο) και διάφορες ετερκόκλητες επιρροές στη μουσική όπως μεσαιωνικά όργανα και πολλά πλήκτρα, το άλμπουμ συνάντησε αρνητική αποδοχή και έπαιξε ρόλο και στην αυξανόμενη αγανάκτηση του Ace Frehley με την πορεία που είχε πάρει η μπάντα. Νοιώθοντας επιπλέον πως η γνώμη του πλέον δεν ακουγόταν καθώς η "ψήφος" του ήταν 1 προς 2 απέναντι στους Simmons/Stanley (ο Carr ως μη ιδρυτικό μέλος δεν είχε ψήφο), αποχώρησε με τη σειρά του στα τέλη του 1982, παρόλο που παρέμεινε ως συνέταιρος μέχρι το 1985.



Δισκογραφία LP
  • 1974 - Kiss
  • 1974 - Hotter Than Hell
  • 1975 - Dressed to Kill
  • 1976 - Destroyer
  • 1976 - Rock and Roll Over
  • 1977 - Love Gun
  • 1979 - Dynasty
  • 1980 - Unmasked
  • 1981 - Music from "The Elder"
  • 1982 - Creatures of the Night
  • 1983 - Lick It Up
  • 1984 - Animalize
  • 1985 - Asylum
  • 1987 - Crazy Nights
  • 1989 - Hot In The Shade
  • 1992 - Revenge
  • 1997 - Carnival of Souls: The Final Sessions
  • 1998 - Psycho Circus
  • 2009 - Sonic Boom

Δισκογραφία LIVE
  • 1975 - Alive
  • 1977 - Alive II
  • 1993 - Alive III
  • 1996 - Kiss Unplugged
  • 1996 - You Wanted the Best, You Got the Best!!
  • 2003 - Kiss Symphony: Alive IV
  • 2004 - Kiss Instant Live!
  • 2008 - Kiss Alive 3.5

Δισκογραφία COMPILATIONS
  • 1976 - The Originals
  • 1976 - The Originals II (Japan Only)
  • 1978 - Double Platinum
  • 1979 - Best of Solo Albums
  • 1982 - Killers
  • 1986 - The Singles (Australia Only)
  • 1988 - Smashes, Thrashes & Hits
  • 1988 - Chikara (Japan only)
  • 1997 - Greatest Kiss
  • 1997 - Greatest Hits (UK only)
  • 2001 - The Box Set
  • 2002 - The Very Best of Kiss
  • 2003 - The Best of Kiss: The Millenium Collection
  • 2004 - The Best of Kiss, Volume 2: The Millenium Collection
  • 2005 - Gold
  • 2005 - Kiss Chronicles: 3 Classic Albums
  • 2006 - The Best of Kiss, Volume 3: The Millenium Collection
  • 2006 - Kiss Alive! 1975 - 2000
  • 2008 - Ikons

Band Index

Posted by universechild On Oct 28, 2009 0 comments
























Vinnie Vincent

Posted by universechild On Oct 2, 2009 0 comments


Περισσότερο γνωστός για την συμμετοχή του στους Kiss (ως Ankh Warrior) αλλά και τη μπάντα του Vinnie Vincent Invasion, ο Vinnie Vincent είναι από τους πιο ταλαντούχους αλλά και cult θα κιθαρίστες του Hard Rock με μερικές κομματάρες όπως "That Time of Year" και "Love Kills" και ένα κοινό αρκετά πιστό.



O Vincent Cusano έκανε το ξεκίνημα του στα τέλη της δεκαετίας του '70 με συμμετοχές σε διάφορες μπάντες και μουσικά project, αλλά η πραγματική ευκαιρία του για αναγνώριση ήρθε όταν έγινε δεκτός ως αντικαταστάτης του
Ace Frehley στις ηχογραφήσεις για το τότε επερχόμενο άλμπουμ των Kiss, Creatures of the Night (1983). Το ψευδώνυμο Vinnie Vincent, το οποίο φυσικά δεν σταμάτησε ποτέ να χρησιμοποιεί, οφείλεται στον Gene Simmons, ενώ η όλη σύλληψη του "Ankh Warrior" που είχε ως alter ego στις εμφανίσεις της μπάντας, ήταν δημιούργημα του Paul Stanley.

Η συμμετοχή του στη μπάντα, βέβαια, έμελλε να είναι σύντομη, ενώ η περίοδος αυτή ήταν και ένα τέλος εποχής για τους Kiss καθώς μετά την περιοδεία του Creatures of the Night εμφανίστηκαν στο MTV για πρώτη φορά χωρίς make-up. Μετά από το Lick It Up (1983), και εν μέσω των προβλημάτων που είχαν μαζί του τόσο ο Simmons όσο και ο Stanley για την, κατά τα φαινόμενα, "αναξιόπιστη" συμπεριφορά του, ο Vincent απολύθηκε, δρομολογώντας τα σχέδια που είχε από την αρχή για δημιουργία μιας δικής του μπάντας, τους Vinnie Vincent Invasion.



Ο βασικός πυρήνας της μπάντας συμπληρώθηκε με τον Dana Strum (μπάσο), ο οποίος ήταν και βασικός υπεύθυνος για την προσέγγισή του με τους Kiss, και τον Bobby Rock (τύμπανα). Ενώ αναζητούσαν τραγουδιστή, τους τράβηξε την προσοχή μια audition tape με κάποιον που ακουγόταν πάρα πολύ σαν τον Robert Plant, αλλά καθώς η κασέτα ήταν ανώνυμη δεν μπόρεσαν να τον βρουν. Για το πρώτο ομώνυμο LP συνεργάστηκαν με τον Robert Fleischman (ex-Journey), ο οποίος είχε δουλέψει με τον Vincent παλιότερα στη μπάντα Warrior (καμμία σχέση με τους γνωστούς Warrior).





Σύντομα η μπάντα βρήκε τον τραγουδιστή που ήθελε εξαρχής καθώς ο αποστολέας της κασέτας Mark Slaughter επικοινώνησε μαζί τους οδηγώντας στην αποχώρηση του Fleischer. Καθώς το βίντεο για το "Boyz are Gonna Rock" γυρίστηκε στην μεταβατική περίοδο αλλαγής τραγουδιστή, τα πλάνα δείχνουν μεν τον Slaughter, αλλά τα φωνητικά προέρχονται από τις ηχογραφήσεις με τον Fleischer.  Με τον Slaughter κυκλοφόρησε ένα πραγματικά εκπληκτικό άλμπουμ δυνατού hard rock, το οποίο όμως έμελλε να είναι η τελευταία (επίσημη) κυκλοφορία των Invasion. Το All Systems Go (1988) οποίο περιείχε μερικά πολύ επιτυχημένα video singles όπως "Ashes to Ashes" και "Love Kills" ενώ, ακολουθώντας την παράδοση του Dream Warriors  των Dokken, το "Love Kills" ήταν μέρος του OST για την ταινία Nightmare On Elm Street 4: The Dream Master.

Η σύνθεση αυτή δεν κράτησε για πολύ, η μπάντα έσπασε το συμβόλαιο με την εταιρία της, και σύντομα διαλύθηκε. Ο Slaughter και ο Strum συνέχισαν ως Slaughter, ενώ και ο Bobby Rock έφυγε για να παίξει για λίγο και με τους Nitro ενώ συνέχισε να δουλεύει κυρίως ως session μουσικός.

Ο Vincent δεν το έβαλε κάτω και ξαναβρήκε τον Fleischer για να ηχογραφήσουν το Pyro Messiah (αλλιώς και Guitars from Hell), το οποίο δεν κυκλοφόρησε επίσημα ποτέ (αν και βρίσκεται σχετικά εύκολα online για όποιον ξέρει που να ψάξει).


Στις αρχές των 90s έγινε μια σύντομη επανένωση του Vincent με τους Kiss για το Revenge (1992), στο οποίο συμμετέχει ως συνθέτης σε μερικά κομμάτια, αλλά σύντομα άρχισαν πάλι να τρώγονται και κάθε σχέδια συνεργασίας για το μέλλον ναυάγησαν μέσα στα μπινελίκια.

Είναι μερικές φορές απορίας άξιο το πως πολύ μεγάλα ταλέντα χαραμίζονται - είναι θέμα άσχημου χαρακτήρα, ατυχών συγκυριών, ή συνδυασμός και των δύο; Το θέμα είναι ότι κρίνοντας από τους πολύ δυνατούς δίσκους του, ο Vincent δεν κατάφερε να κάνει αυτά που ίσως άξιζε, χωρίς όμως κανείς να μπορεί να του στερήσει μια θέση από το πάνθεον των βιρτουόζων της εξαχορδης.



Πέρα από τις επίσημες κυκλοφορίες του, υπάρχει αρκετό bootleg υλικό με τον Vincent στα καλύτερά του, ενώ είναι ενδιαφέρουσα και η κυκλοφορία του πρόσφατου tribute Kiss My Ankh (2008), καθώς η solo καριέρα του Vincent ποτέ δεν πλησίασε τα μεγέθη της μπάντας που τον ανέδειξε, χωρίς όμως το γεγονός αυτό να του αφαιρεί κάτι σε αξία.





Δισκογραφία (με τους Kiss)
  • 1982 - Creatures of the Night
  • 1983 - Lick It Up
  •  1992 - Revenge (το όνομά του αναγράφεται στα credits)


Vinnie Vincent Invasion
  • 1986 - Vinnie Vincent Invasion (LP)
  • 1988 - All Systems Go (LP)
  • 1989 - Pyro Messiah (ακυκλοφόρητο LP)
  • 1996 - Euphoria (EP)

Συλλογές και Διάφορα
  • 1988 - Prepare to Invade (Demo)
  • 1990 - Guitars From Hell (Demo)
  •  2004 - Live in Canada (DVD)
  •  2008 - European TV Compilation 1986-1988 (DVD)
  •  2008 - Live: New York L'Amours 11-12-1986 (DVD)
  •  2008 - Vinnie Vincent Kollection: Original Clips (DVD)
  •  2008 - Kiss My Ankh: A Tribute To Vinnie Vincent (tribute)



Guns N' Roses

Posted by universechild On Jul 29, 2009 0 comments



Στοίχιση  στο  κέντρο
Φαντάζει περιττό να μιλήσει κανείς για τους Gunners.. Οι Guns N' Roses, παρόλο που δεν είναι ούτε από τις "αρχαιότερες" μπάντες (ξεκίνησαν περίπου στα μέσα της δεκαετίας) ή από εκείνες με το πιο πλούσιο δισκογραφικό υλικό, είναι σίγουρα μια από τις πιο επιτυχημένες και γνωστές ομάδες μακρυμάλληδων που ήπιαν, ρούφηξαν ουσίες, και "τα βρήκαν" με λεγεώνες από groupies, στις εποχές που βρέθηκαν στην κορυφή και γέμιζαν γήπεδα. Κομάτια όπως Paradise City και Sweet Child o'Mine είναι θρυλικά... Βέβαια στην πορεία "πηδήχτηκαν" και οι ίδιοι μεταξύ τους, με συνέπεια την επεισοδιακή τους διάλυση, τις περιπέτειες των μελών με διάφορες μπάντες και project, και την ναρκισσευόμενη εμμονή του Axl Rose να συνεχίζει ως ο μοναδικός από την κλασική σύνθεση, κάτω από το όνομα Guns N' Roses.



Το όνομά τους, ένα από τα πιο εύηχα και πιασιάρικα στο χώρο του rock, προήλθε από μίξη των ονομάτων δύο παλαιότερων groups που κινούνταν στη σκηνή του Sunset Strip: τους L.A. Guns του Tracii Guns και τους Hollywood Rose του Axl Rose (αυτό θα πει επώνυμες εταιρίες - η μπάντα να έχει ίδιο επίθετο με το αφεντικού της). Είναι ίσως λίγο ειρωνικό το ότι η μπάντα ξεκίνησε τη δράση της ως ανεπίσημη "ένωση" δύο συγκροτημάτων, με αρχικά μέλη, εκτός από τους Axl και Guns, τους Rob Gardner (τύμπανα), Izzy Stradlin (κιθάρες), Ole Beich (μπάσο).

Το 1986 το line-up απέκτησε τη μορφή που γνωρίζουν όλοι όταν ο Slash και ο Steven Adler κλήθηκαν να αντικαταστήσουν τον Guns και τον Gardner για κάποιο show. Τα νέα μέλη έγιναν σύντομα μόνιμα, και οι Roses ήταν πλέον οι Axl (φωνητικά), Slash (κιθάρες), Izzy Stradlin (κιθάρες), Duff McKagan (μπάσο) και Steven Adler (τύμπανα).


Στα τέλη της χρονιάς έκαναν αισθητή την παρουσία τους με το Live!?*@ Like a Suicide, το οποίο κυκλοφόρησαν οι ίδιοι με ένα δικό τους μικρό label, και το οποίο ξεκινά με την ατάκα "Hey fuckers, suck on Guns N' fucking Roses!" που ξεστομίζει ο McKagan. Παρόλο που το E.P. αυτό "πουλήθηκε" ως live, ήταν απλά studio ηχογραφήσεις με dubs από ήχο κοινού. Περιείχε κάποιες διασκευές (Nice Boys από Rose Tattoo και Mama Kin από Aerosmith) καθώς και τα κομμάτια "Reckless Life" και "Move To The City". Είναι περιττό να αναφέρει κάποιος την συλλεκτικότητα του αρχικού αυτού βινυλίου, αν και τα κομμάτια κυκλοφόρησαν αργότερα με το GN'R Lies.


Τον Ιούλιο του 1987 κυκλοφόρησε το ντεμπούτο τους Appetite for Destruction, με συνοδεία το single "Welcome to the Jungle", από την Geffen, και η αρχική του πορεία δεν έδειξε τίποτα από αυτό που θα ακολουθούσε. Η μεγάλη επιτυχία του λίγο αργότερα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην επιμονή του David Geffen για την προώθηση του βίντεο Welcome to the Jungle στο MTV. Ένα άλμπουμ σταθμός στην ιστορία όχι μόνο του Hard Rock αλλά και της pop/rock μουσικής γενικότερα, το Appetite For Destruction έχει γίνει μέχρι σήμερα πολλαπλά πλατινένιο αγγίζοντας τα 25 εκατομμύρια αντίτυπα.

Ήταν ίσως αδικαιολόγητη η "λογοκρισία" και αντικατάσταση του αυθεντικού εξώφυλλου (στο οποίο ένα τέρας επιτίθεται σε έναν ρομποτικό πράγμα που ετοιμάζεται να βιάσει μια κοπέλα), αλλά το εξώφυλλο με τα (ζωγραφισμένα) κρανία της μπάντας σε διάταξη σταυρού έχει γίνει επίσης κλασικό. Όταν ο δίσκος έγινε πλατινένιος, η μπάντα επέμενε να χρησιμοποιηθεί το αυθεντικό εξώφυλλο στην κορνίζα.

Το "Sweet Child o' Mine", το οποίο ήταν το δεύτερο video single του δίσκου για τις ΗΠΑ, τους έκανε ακόμη περισσότερο γνωστούς, ενώ ακολούθησε και μια επανακυκλοφορία του "Welcome to the Jungle" με νέο artwork. Μέχρι την κυκλοφορία και του video single "Paradise City", η μπάντα είχε αγγίξει πλέον την κορυφή.


Το 1990 η μπάντα μπήκε στο στούντιο για τις πιο φιλόδοξες ηχογραφήσεις που έκαναν μέχρι τότε, και η ποσότητα του υλικού με το οποίο βρέθηκαν τους οδήγησε στην κυκλοφορία δύο ξεχωριστών άλμπουμ με τίτλο Use Your Illusion I και II, τα οποία ντεμπούταραν στις δύο πρώτες θέσεις των charts.

Παράλληλα με την κυκλοφορία των δίσκων η μπάντα έκανε και την μεγαλύτερη μέχρι τότε περιοδεία της, με τη μπάντα να χτίζει το μύθο της όχι μόνο ως μια από τις πιο διάσημες, αλλά και πιο διαβόητες live παρουσίες. Η απίστευτα αυτοκαταστροφική διάθεση με κατάχρηση διαφόρων ουσιών ("είμασταν μαστουρωμένοι όλη την ώρα" έχει πει ο Slash) και οι διμοιρίες από groupies που κατέκλυζαν τα παρασκήνια ήταν πάντα μέρος του μύθου του rock n' roll, αλλά παράλληλα ο Axl έδειχνε από τότε πόσο μαλάκας εγωπαθής είναι, με τις αργοπορίες (έως και 2 ώρες και βάλε) μέχρι να "ετοιμαστεί" η μπάντα για τη σκηνή, ή τους "λόγους" που έβγαζε με πολιτικό (ή απλά "κενό") περιεχόμενο. Στην περίοδο της περιοδείας αυτής εμφανίστηκαν και εσωτερικά προβλήματα με την αποχώρηση του Izzy Stradlin και την αντικατάστασή του από τον Gilby Clarke.

Πέρα από αυτά, όμως, τα δύο αυτά άλμπουμ περιείχαν μερικά από τα σπουδαιότερα κομμάτια τους όπως τα "Don't Cry", "November Rain" και "Enstranged", τα video των οποίων ήταν στην ουσία μικρές ταινίες κινηματογραφικού επιπέδου και έγιναν από από τις μεγαλύτερες επιτυχίες που εμφανίστηκαν ποτέ στο MTV.




Δισκογραφία (επίσημη):
  • 1986 - Live!?*@ Like a Suicide
  • 1987 - Appetite for Destruction
  • 1988 - G N' R Lies
    1991 - Use Your Illusion I
  • 1991 - Use Your Illusion II
  • 1993 - "The Spaghetti Incident?"
  • 2008 - Chinese Democracy