Dangerous Toys

Posted by universechild On Apr 30, 2009 0 comments






Οι παραγνωρισμένοι Dangerous Toys υπήρξαν υποσχόμενο όνομα από το 1987 οπότε και ξεκίνησε η δράση τους στην πατρίδα τους, το Austin της πολιτείας των redneck, το Texas, χωρίς όμως ποτέ να γνωρίσουν όση επιτυχία ίσως τους άξιζε, παραμένοντας γνωστοί κυρίως σε "μυημένους" του hard rock. Είναι κρίμα, καθώς το με party ατμόσφαιρα και σε στυλ AC/DC boogie/rock'n roll τους είναι πραγματικά καλό, ενώ και η "μασκότ" τους (που θυμίζει το "It" του Stephen King καθώς και άλλους κλόουν από μυθοπλασίες τρόμου) είναι αρκετά πετυχημένη.


Αρχικά μέλη των Dangerous Toys ήταν οι Scott Dalhover (κιθάρα), Mike Watson (μπάσο), Tim Trembley (κιθάρα) και Mark Geary (τύμπανα). Το line-up "έκλεισε" όταν προστέθηκε και ο τραγουδιστής Jason McMaster, ο οποίος είχε κερδίσει μεγάλη φήμη (σε τοπικό επίπεδο) με τη μπάντα Watchtower με την οποία έπαιζε από τις αρχές των 80s. Το ενδιαφέρον των labels ήταν σχετικά μεγάλο, και τελικά η μπάντα υπέγραψε το 1988 με την CBS/Sony.


Παρόλα αυτά, εσωτερικά προβλήματα οδήγησαν στη αποχώρηση του Trembley, με συνέπεια ο Dalhover να παίξει όλες τις κιθάρες στις ηχογραφήσεις του ντεμπούτου τους. Τελικά στη δεύτερη κιθάρα προστέθηκε ο Danny Aaron.




Το Dangerous Toys (1989) προσέφερε γερές δόσεις feel-good και "άτακτου" rock'n roll σε στυλ AC/DC και ZZ Top και κατάφερε να φτάσει το μισό εκατομύριο σε πωλήσεις με hits όπως τα "Teas'n Pleas'n", "Take Me Drunk" και "Sportin' A Woody".




Το Hellacious Acres (1991) ηχογραφήθηκε σε παραγωγή του Roy Thomas Baker και η μπάντα παρουσίαζε έναν ήχο λιγότερο "metal" και πιο "Texas" σε σχέση με τον προκάτοχό του, αλλά περιείχε δυνατά ροκάδικα κομμάτια όπως τα "Gimme No Lip", "Sugar, Leather & the Nail" και τη μπαλάντα "Best of Friends". Η περιοδεία για το άλμπουμ περιελάμβανε support σε ονόματα όπως Alice Cooper, Motorhead, Judas Priest και Metal Church. Παρόλα αυτά, με το τέλος της περιοδείας ήρθε και το "τσούγκρισμα" με την CBS/Sony, και η μπάντα έμεινε χωρίς εταιρία.




Το 1992 ήταν σχετικά δύσκολη χρονιά, καθώς λίγο μετά την διακοπή της συνεργασίας με τη Sony τους εγκατέλειψε και ο Danny Aaron. Τον αντικατέστησε προσωρινά ο Τεξανός Kevin Flower, αλλά η μπάντα σταθεροποιήθηκε το 1994 με την προσθήκη του Paul Lidel. Ο τρίτος δίσκος Pissed (1994) ήταν όνομα και πράγμα καθώς οι Toys έφτυναν κυριολεκτικά δηλητήριο με κομμάτια του δίσκου όπως "Loser" και "Hard Luck Champion", αντανακλώντας την διάθεσή τους την περίοδο εκείνη..




Το The R-Tist 4-merly Known As Dangerous Toys (1995) (σαρκαστική αναφορά στον Prince;) τους παρουσίαζε σε πιο industrial διαδρομές, κάτι που, μην το ξεχνάμε, υπήρξε μια δημοφιλής στα 90s τάση για πολλούς "μετανοημένους" rockers. Δεν υπάρχει "reunion" ή "επαναφορά" χωρίς να υπάρξει απουσία, μην το ξεχνάμε. Το άλμπουμ δεν περπάτησε και πολύ.


Μετά από την κυκλοφορία του Vitamins and Crash Helmets Tour - Live Greatest Hits (1999) η δραστηριότητα της μπάντας μειώθηκε, και τα μέλη έδωσαν βάση κυρίως σε άλλες μουσικές τους δραστηριότητες. Χωρίς να είναι full-time, οι Dangerous Toys παραμένουν από τότε ενεργοί δίνοντας πάντα το παρόν τουλάχιστον μια φορά το χρόνο για shows, ενώ έχουν αρκετή απήχηση και (που αλλού;) στην Ιαπωνία.


Πιο πρόσφατη ηχογράφησή τους είναι η διασκευή στο "Simple Man" των Lynyrd Skynyrd για το tribute An All Star Tribute To Lynyrd Skynyrd (2007).


Δισκογραφία1989 - Dangerous Toys S/T1991 - Hellacious Acres1994 - Pissed1995 - The R-Tist 4-merly Known As Dangerous Toys
1999 - Vitamins and Crash Helmets Tour - Greatest Hits Live2004 - The Ultimate Dangerous Toys - Sleaze Metal Kings From Texas

Trixter

Posted by universechild On Apr 26, 2009 0 comments


Οι Trixter από το New Jersey ξεκίνησαν την ύπαρξή τους ως μπάντα το 1983 με αρχικά μέλη τους Steve Brown (κιθάρα), Mark "Gus" Scott (τύμπανα) και Peter Loran (φωνητικά), και γνώρισαν την μεγαλύτερη επιτυχία τους στα τέλη των 80s/αρχές 90s με το ομώνυμο ντεμπούτο τους.



Το Trixter (1990) έφτασε να γίνει χρυσό με hit όπως τα "Surrender", "One In A Million" και "Give It To Me Good", τα βίντεο των οποίων προβλήθηκαν αρκετά από το MTV. Την ίδια εποχή περίπου συμμετείχαν και στο soundtrack της ταινίας If Looks Could Kill (με το κομμάτι "One More Time") αλλά και στη συλλογή της Nintendo "White Knuckle Scorin", η οποία περιείχε μεταξύ άλλων Dire Straits, Roy Orbison και Britny Fox.




Το δεύτερο άλμπουμ τους Hear! (1992) δεν είχε την ανάλογη επιτυχία, ενώ λίγα χρόνια μετά το Undercover (1994) ήταν μια συλλογή με διασκευές που επίσης είχε χλιαρή υποδοχή. Ακολούθησαν αρκετές αλλαγές στο line-up, και διάλυση.

Τα μέλη από τότε έχουν ασχοληθεί με συμμετοχή σε διάφορα projects και μπάντες στο ενδιάμεσο, και επανενώθηκαν ως Trixter για μια σειρά συναυλιών στα μέσα του 2008, 14 χρόνια μετά από την διάλυσή τους.

Επισήμως η μπάντα είναι πλέον ενεργή ετοιμάζοντας νέα δισκογραφική δουλειά.

Δισκογραφία
1990 - Trixter
1992 - Hear!
1994 - Undercovers
2008 - Alive in Japan


Διάφορα
1991 - If Looks Could Kill OST (συμμετοχή με το "One More Time")
1991 - Nintendo: White Knuckle Scorin' (συμμετοχή με το "Line of Fire")

WASP

Posted by universechild On Apr 10, 2009 0 comments

Συστάσεις δεν χρειάζονται για τους W.A.S.P. καθώς η παρέα του Blackie Lawless είναι μια από τις μεγαλύτερες και πιο διαβόητες αμερικάνικες Heavy Metal μπάντες των 80s, με το όνομά τους να είναι σχεδόν συνώνυμο με το shock rock. Έχοντας την αφετηρία τους στην ίδια σκηνή του LA από την οποία ξεπήδησαν ονόματα όπως οι Quiet Riot και Ratt, οι W.A.S.P. δεν επανέλαβαν ποτέ τη μεγάλη επιτυχία τους στην παλαβή εκείνη δεκαετία, αλλά πάντα παρέμειναν ένα από τα δυνατά και σταθερά ονόματα του αμερικάνικου metal.


Δημιουργήθηκαν το 1982 από τους Steven Edward Duren (γνωστότερο ως Blackie Lawless), Rick Fox, Randy Piper και Tony Richards, ενώ υπάρχουν διάφορες εικασίες για το όνομά τους. Υπήρχε από παλιά το γνωστό W.A.S.P.=White Anglo Saxon Protestant ως (υποθέτουμε) ειρωνική αναφορά στους Αγγλοσάξωνες ως σφήκες, αλλά η μπάντα είχε πει ότι ονομάστηκαν απλά σφήκες, αλλά έγραψαν το όνομά τους ως ακρωνύμιο για να ξεχωρίσουν. To "We Are Sexual Perverts" είναι η πιο πιθανή εξήγηση καθώς αναγράφεται κάπου και στο αρχικό βινύλιο του πρώτου δισκου, ενώ ταιριάζει γάντι και με τα show τους στις αρχές της δεκαετίας στα οποία κυριολεκτικά ξεσάλωναν με τον Lawless (όνομα και πράγμα αυτό το παιδί) να μαστιγώνει επι σκηνής δεμένες γυμνόστηθες κοπέλες ή να πετάει κομμάτια από ωμό κρέας στο κοινό. Τόσο ο τίτλος όσο και το εξώφυλλο του πρώτου single τους, Animal (Fuck Like a Beast) τα λένε όλα!Το πρώτο αυτό line-up δεν κράτησε και πολύ καθώς ο Rick Fox πήγε στους Steeler με τον Ron Keel και τον Yngwie Malmsteen, ενώ και ο Don Costa που τον αντικατέστησε δεν έμεινε πολύ. Η μπάντα απέκτησε μόνιμο κιθαρίστα με τον Chris Holmes, και το ομώνυμο ντεμπούτο κυκλοφόρησε από την Capitol το καλοκαίρι του 1984.

 

To W.A.S.P. (1984) τα πήγε καλά, κυρίως χάρη στην βοήθεια των "L.O.V.E. Machine" και "I Wanna Be Somebody", αν και το πρώτο single δεν περιελήφθη στο tracklist καθώς θεωρήθηκε ότι οι μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων (όπως τα Kwik-e-mart και τα Wal-mart) θα αρνούνταν να βάλουν το δίσκο στα ράφια. Το κομμάτι φυσικά υπάρχει στις μεταγενέστερες επανεκδόσεις μαζί με άλλα bonus. Το The Last Command (1985) ήταν ακόμα πιο πετυχημένο στις ΗΠΑ, και το "Blind in Texas" παραμένει ένα από τα πιο αναγνωρίσημα κομμάτια τους. Στο άλμπουμ αυτό επαιξε και για πρώτη φορά με τη μπάντα ο νέος τους drummer, Steve Riley (ex-Keel), καθώς ο Tony Richards είχε ήδη φύγει από την περιοδεία του 1984-85.


Το τρίτο άλμπουμ Into the Electric Circus (1986) είχε μεν θετική ανταπόκριση από το κοινό της μπάντας, αλλά πήρε το τρίτο και μακρύτερο από τους μουσικοκριτικούς χαρακτηριζόμενο ως 7th Grader Rock (μπορείς να πεις "Γυμνασιακής νοημοσύνης Rock"). Κάποια κομμάτια όπως τα "9.5.-N.A.S.T.Y." (αυτή η μανία με τα αρκτικόλεξα) και "Shoot from the Hip" σίγουρα τιμούσαν μια από τις εξηγήσεις που δινόταν για τα αρχικά του ονόματός τους (αυτή με το Sexual Perverts φυσικά), ενώ και ο Blackie Lawless λόγω των αρνητικών κριτικών αποφάσισε να επανακαθορίσει την καλιτεχνική κατεύθυνση που έπαιρνε η μπάντα. Αργότερα δήλωσε, σε κείμενό του στα liner-notes της επανάκδοσης, ότι το Τσίρκο ήταν ένα "κουρασμένο άλμπουμ από μια κουρασμένη μπάντα", κατά κάποιο τρόπο αποκυρήσσοντάς το.


Το '87 το κομμάτι τους "Scream Until You Like It" μπήκε στο soundtrack της κωμωδίας τρόμου Ghoulies II, ενώ και κάποιες ηχογραφήσεις από την τελευταία περιοδεία τους αποτέλεσαν το υλικό του Live... in the Raw (1987). Ωστόσο, ο Riley εγκατέλειψε τη μπάντα για να πάει στους L.A.Guns.

Την ίδια περίπου εποχή η μπάντα, όπως και άλλες, είχε πρόβλημα με την P.M.R.C. (Parents Music Resource Center ή σκεφτείτε κάποιο πιο ταιριαχτό, π.χ. Poso Malakes), μια συντηρητική οργάνωση με αφεντικό την Tipper Gore (σύζυγος του παραλίγο πρόεδρου Al Gore) και η οποία είχε ως στόχο την λογοκρισία και δυσφήμιση (αλλά και ακούσια διαφήμιση) του Rock. Βέβαια αυτό προκάλεσε αρκετά προβλήματα στους W.A.S.P. καθώς δεχόταν απειλές για μπόμπα στα show τους, αλλά και απειλές ότι θα δολοφονηθούν. Ο ίδιος ο Lawless πυροβολήθηκε σε δύο διαφορετικές περιστάσεις, αλλά ευτυχώς έπεσε σε άσχετους καθώς σε καμμία από τις δύο περιπτώσεις δεν τον πήραν τα σκάγια.


Στο κλείσιμο της δεκαετίας κυκλοφόρησαν έναν δίσκο που ήταν μεν από τους καλύτερούς τους, αλλά δικαιώθηκε λίγο μεταγενέστερα. Το Headless Children (1989) τους εμφάνιζε ωριμότερους και χωρίς υπερβολικές και άμεσες αναφορές στη γενετήσια πράξη, αλλά είχε χλιαρές πωλήσεις και γρήγορα εξαφανίστηκε από τα charts. Τύμπανα στο άλμπουμ έπαιξε ο Frankie Banali των Quiet Riot ενώ δύο από τα κομμάτια, "Forever Free" και η διασκευή από Who "The Real Me" είναι από τα πιο γνωστά τους. Μέσα στα χρόνια, και σύμφωνα με δηλώσεις του Lawless, ο δίσκος έχει γίνει ο πιο δημοφιλής των W.A.S.P.


Την ίδια χρονιά έφυγε και ο Chris Holmes με συνέπεια η μπάντα σύντομα να διαλυθεί και τον Blackie Lawless να αφοσιώνεται στην καριέρα του ως solo. Θα έπαιζε παραλίγο και τον "κακό" εξολοθρευτή T-1000 στο Terminator 2: Judgment Day (1991), αλλά έχασε τον ρόλο από τον Robert Patrick καθώς ο Schwarzenegger τον θεώρησε υπερβολικά ψηλό (ο Governator είναι 1,86 ενώ ο Lawless 1,93). Ετοίμαζε παράλληλα την πρώτη σόλο δουλειά του, αλλά κάτω από τις πιέσεις των fan αλλά και των promoters, το The Crimson Idol (1992) κυκλοφόρησε τελικά κάτω από την επωνυμία των W.A.S.P. Δεν έκατσε και άσχημα, καθώς το ιδιαίτερο αυτό concept άλμπουμ θεωρήθηκε ως ο καλύτερος δίσκος W.A.S.P. μέχρι τότε.

 

Ο επόμενος δίσκος ήταν το επίσης καλό Still Not Black Enough (1995). Η Ευρωπαϊκή έκδοση είχε διαφορές στο tracklist σε σύγκριση με την Αμερικάνικη, ενώ και η επανέκδοση ηταν διαφορετική, με συνέπεια να υπάρχουν τρεις εκδόσεις του άλμπουμ, χωρίς καμμία από τις οποίες να έχει ΟΛΑ τα κομμάτια που συμπεριλήφθηκαν!

  

Το 1996 επέστρεψε και ο Holmes στη μπάντα, μια συνεργασία που όμως αποδείχτηκε βραχυπρόθεσμη για μερικούς μόνο ακόμα δίσκους. Κυκλοφόρησαν μαζί το Kill.Fuck.Die (1997), με έναν τίτλο που μερικοί αντιλαμβανόμαστε ως εναλλακτική διατύπωση του "Μαμ, Κακά και Νάνι", το Helldorado (1999), και τα "ζωντανά" Double Live Assasins (1998) και The Sting (2000). Το υλικό για το CD/DVD του τελευταίου προέρχεται από ένα δοκιμαστικό ζωντανό webcast, και εκδόδηκε δίχως την έγκριση του Lawless, ο οποίος έδειξε κάποια δυσφορία σε ότι αφορά την ποιότητα εικόνας και ήχου. Τελευταίος δίσκος της περιόδου αυτής θεωρείται το Unholy Terror (2001) καθώς ο Holmes έφυγε (πάλι) το 2002, ενώ είναι ενδιαφέρουσα η δήλωσή του ότι δεν δούλεψε καθόλου στις ηχογραφήσεις για τον τελευταίο αυτό δίσκο.


Τα γεγονότα του Σεπτέμβρη του 2001 και η βιαστική συναισθηματική φόρτιση του στυλ "γδάρτε ζωντανούς τους τρομοκράτες" αποτέλεσαν τη βασική έμπνευση για το Dying for the World (2002), ενώ το The Neon God (2004), ένας δίσκος που κυκλοφόρησε σε δύο μέρη ή "κεφάλαια", ήταν ένα concept άλμπουμ σχετικά με ένα αγόρι που συνειδητοποιεί ότι μπορεί να διαβάζει και να κατευθύνει τη σκέψη των άλλων ανθρώπων.


Η πιο πρόσφατη δουλειά τους κυκλοφόρησε μετά από κάποιες αναβολές, δικαιολογημένες αν σκεφτείς την τελειομανία που πάντα χαρακτήριζε τον πανύψηλο "Ινδιάνο" αλλά και το γεγονός ότι από την εποχή της "ωρίμανσης¨των W.A.S.P. χρησιμοποιεί τη μουσική του για να εκφράσει τις απόψεις του για την ανθρώπινη κατάσταση. Το Dominator (2007) ήταν ένα άλμπουμ από έναν Lawless πιο συνειδητοποιημένο σε σχέση με εκείνον του Dying for the World, καθώς παρουσίασε ένα άλμπουμ αφιερωμένο σε Ιμπεριαλισμούς, τρομονόμους, Patriot Act και άλλα όμορφα που έχουν σχέση με την πατρίδα του. Οι ΗΠΑ και όχι μόνο, βέβαια, καθώς και η Ευρώπη θα έκανε τα ίδια και χειρότερα αν είχε την ευκαιρία και τη δύναμη,(όπως έκανε και την εποχή της Αποικιοκρατίας, και ας χτυπιούνται οι Γάλλοι με τη χεσμένη φωλιά της Αλγερίας), ενώ και οι διάφορες Κίνες είναι δράκοι που ετοιμάζονται να φτύσουν φωτιά... Ξεφύγαμε.

Σφήκες που τους χρειάζονται όλους αυτούς!




Δισκογραφία:

  • 1984 - W.A.S.P.
  • 1985 - The Last Command
  • 1986 - Inside the Electric Circus
  • 1989 - The Headless Children
  • 1992 - The Crimson Idol
  • 1995 - Still Not Black Enough
  • 1997 - Kill.Fuck.Die
  • 1999 - Helldorado
  • 2001 - Unholy Terror
  • 2002 - Dying for the World
  • 2004 - The Neon God Part 1: The Rise
  • 2004 - The Neon God Part 2: The Demise
  • 2007 - Dominator

Live Δισκογραφία:

  • 1987 - Live... In The Raw
  • 1987 - Live... Animal (EP)
  • 1998 - Double Live Assassins
  • 2000 - The Sting

Συλλογές:

  • 1994 - First Blood Last Cuts
  • 2000 - The Best of the Best: 1984-2000 Vol. 1

Bitch

Posted by universechild On 0 comments


Δεν ξέρουμε αν υπάρχει επισήμως η κατηγορία "Σεξοδιαστροφικό Metal", αλλά οι Bitch θα έκαναν καλή παρέα με τους πρώιμους W.A.S.P. και τους Faster Pussycat καθώς όλο και κάτι θα είχαν να πουν με αυτές τις μαστιγοεμμονές τους, ενώ και τα live show τους με τα καμτσίκια και τον "σκλάβο" επί σκηνής προκάλεσαν και στη δική τους περίπτωση το ενδιαφέρον της PMRC. Πέρα από αυτά, όμως, η Betsy Wise ήταν από τις πρώτες τραγουδίστριες που έδρασαν σε αμιγώς metal μπάντες, ενώ παραμένει ακόμα και σήμερα δραστήρια, ροκάροντας ανελέητα.






Great White

Posted by universechild On Apr 5, 2009 0 comments


Οι Great White ξεκίνησαν στα τέλη των 70s ως Dante Fox, και έπαιξαν το πρώτο τους live το 1981 στο The Troubadour του Hollywood. Μέλη της αρχικής εκείνης σύνθεσης ήταν οι Jack Russell (φωνητικά) και Mark Kendall (κιθάρα). Κάποια demo που ηχογράφησαν στην πορεία και η γνωριμία με τον Alan Niven ως μάνατζερ της μπάντας οδήγησαν σε συνεργασία με την ανεξάρτητη Greenworld, με την οποία και κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο τους Great White (1984).


Η κυκλοφορία του Shot in the Dark (1986) τους βρήκε με νέο σταθερό drummer τον Audie Desbrow, ενώ μέχρι την επανακυκλοφορία του από την Capitol μπήκε στη μπάντα και ο κιθαρίστας/πληκτράς Michael Lardie. Για την προώθηση του δίσκου βγήκαν σε περιοδεία με τους πολύ μεγάλους τότε Dokken.


Το Once Bitten... (1987) ήταν το breakthrough άλμπουμ με μεγάλα hits όπως τα "Rock Me" και "Save Your Love", ενώ μέχρι την Απρίλιο του 1988 έφτασε να γίνει πλατινένιο. Το ...Twice Shy (1989) που το ακολούθησε έμελλε να είναι και η μεγαλύτερη επιτυχία τους, με 2 εκ. αντίτυπα μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1989 και το μεγαλύτερο hit τους, "Once Bitten, Twice Shy". Η δεκαετία έκλεισε με περιοδείες, στις οποίες έπαιξαν με μεγάλες μπάντες όπως τους Bon Jovi.

Η δεκαετία του '90 εγκαινιάστηκε με τη μπάντα να παίζει live στα Αμερικάνικα Μουσικά Βραβεία, ενώ παράλληλα περιόδευσαν για πρώτη φορά στην Ιαπωνία. Έπαιξαν επίσης και σε ένα αμερικάνικο φεστιβάλ The World Series of Rock μαζί με μπάντες όπως Whitesnake, Skid Row, Bad English και Hericane Alice. Κυκλοφόρησε παράλληλα και το βίντεο Hard n' Heavy, το οποίο περιέχει και μια εμφάνιση της μπάντας μαζί με τους Slash και Duff των Guns N' Roses στο κομμάτι "Children of the Night" από μια φιλανθρωπική συναυλία στο LA για κακοποιημένα παιδιά.


Κυκλοφόρησαν δύο ακόμη άλμπουμ με την Capitol, τα Hooked (1991) και Psycho City (1992), αλλά μέχρι την κυκλοφορία του The Best of Great White: 1986-1992 (1993), είχαν φύγει από την εταιρία. Το (nude artistic θα λέγαμε) εξώφυλλο του Hooked αρχικά λογοκρίθηκε καθώς το θέαμα μιας γυμνής γυναίκας που έχει πιαστεί από μια άγκυρα (πιθανώς για να σύρει το καράβι) είναι πολύ πιο "χυδαίο" σε σχέση με κάθε είδους σκηνές βίας που η λογοκρισία αφήνει ήσυχες... Στο κλείσιμο της headline περιοδείας έπαιξαν και με τους Scorpions ενώ επισκέφτηκαν και Ευρώπη-Ιαπωνία, ενώ η περιοδεία του Psycho City έγινε παρέα με τους Kiss.


Μέχρι την κυκλοφορία του επόμενου δίσκου η μπάντα περιόδευσε ασταμάτητα για επτά μήνες ως headliners στη σκηνή των club. Το Sail Away (1994) (με καταπληκτικό εξώφυλλο το γνωστό ρομαντικό πίνακα " Η Σχεδία της Μέδουσας" του Gericault) ακολούθησε μια νέα περιοδεία διάρκειας ενάμιση χρόνου, και έτσι η μπάντα συμπλήρωσε πάνω από δύο χρόνια σχεδόν ασταμάτητου touring.


Το Let It Rock (1996) κυκλοφόρησε με νέα εταιρία (Image) ενώ η δεκαετία έκλεισε με το Can't Get There From Here (1999) και μια περιοδεία μαζί με τους Ratt, τους Poison και τους L.A. Guns. Το κομμάτι του δίσκου "Rollin' Stoned" έφτασε μέχρι και το #8 των mainstream rock charts.

Η διάλυση ήρθε με την αυγή του millenium στις 20 Ιανουαρίου 2000 και με μια γραπτή ανακοίνωση του Mark Kendall στην οποία ανακοίνωνε την αποχώρησή του, ενώ σύντομα αποχώρησαν και ο Audie Desbrow με τον Sean McNabb. Ο Desbrow, εμφανώς δυσαρεστημένος με τα οικονομικά της μπάντας, δημοσίευσε ένα κείμενο στην ιστοσελίδα του όπου τα "έχωνε" στους Russell και Lardie, επιμένοντας ότι απολύθηκε και δεν έφυγε με τη θέλησή του. Υπήρχαν ταυτόχρονα φήμες ότι απολύθηκε και ο McNabb όταν ζήτησε από τον μάνατζερ να του δείξει τα λογιστικά βιβλία. Κανείς από τους "έξω" δεν ξέρει τι έγινε πραγματικά.

Η μπάντα είχε μείνει πλέον "μισή" (με τον Russell ως το μόνο ιδρυτικό μέλος) αλλά παρόλα αυτά αποφάσισε να δουλέψει πάνω σε καινούριο άλμπουμ. Κάποιες ηχογραφήσεις έγιναν, αλλά σε δοκιμαστικές ακροάσεις νέου υλικού με τον John Kalodner της Columbia αποφάσισαν ότι η "μαγεία είχε πλέον χαθεί" και στις "Remember Remember the 5th of November" του 2001, και με επίσημη ανακοίνωση του Russell, οι
Great White διαλύθηκαν, ενώ δόθηκε και μια αποχαιρετηστήρια συναυλία στις 31 Δεκεμβρίου στη Καλιφόρνια. Ηχογραφήσεις από το live κυκλοφόρησαν στο Thank You... Goodnight (2002), το οποίο επίσης περιείχε ως bonus δυο κομμάτια από τον δίσκο που δεν κυκλοφόρησε, τα "Back to the Rhythm" και "Play On" (τα οποία αργότερα θα περιέχονταν στο reunion άλμπουμ Back to the Rhythm του 2007).

Τόσο ο Kendall όσο και ο Russell δραστηριοποιήθηκαν ως solo μουσικοί, αλλά η όχι και τόσο καλή ανταπόκριση που είχαν τους οδήγησε να συνεργαστούν ξανά. Το 2002 ο Russell ζήτησε από τον Kendall να συμμετέχει σε κάποια live της μπάντας του, και με την άδεια του τελευταίου, η μπάντα του Russell μετονομάστηκε προσωρινά ως Jack Russell's Great White. Αρχικός σκοπός τους ήταν να παίξουν κάποια κλασικά τραγούδια μαζί με κάποιες επιλογές από τη σόλο δουλειά του Russell, αλλά τελικά η περιοδεία τράβηξε μέχρι τους πρώτους μήνες του 2003.

Το τραγικό είναι ότι το όνομα της μπάντας έγινε πάλι γνωστό από μια μεγάλη τραγωδία στις 20 Φεβρουαρίου του 2003, στο The Station Club του Rhode Island στο Kent των ΗΠΑ. Το παλιό ξύλινο κτίριο τυλίχτηκε στις φλόγες από τα πυροτεχνήματα που αποτελούσαν μέρος του show, και εκατό άνθρωποι κάηκαν ζωντανοί (μεταξύ των οποίων και ο κιθαρίστας Ty Longley).

Έπαιξαν το επόμενο show τους στις 22 Ιουλίου 2003, ξεκινώντας μια φιλανθρωπική περιοδεία για τις οικογένειες των θυμάτων με όνομα Station Family Fund, η οποία διήρκησε μέχρι το 2005. Στα τέλη του έτους σταμάτησε απότομα για "λόγους ασθενείας", κάτι που είχε σχέση στην πραγματικότητα με την εξάρτηση από ψυχοτρόπες ουσίες που είχε ο Russell. Αργότερα, ο ίδιος ο Russell θα μιλούσε με κάποια υποτιμήτικά λόγια για την περίοδο αυτή της μπάντας, συνδεδεμένη με δυσάρεστα γεγονότα, χρησιμοποιώντας το όνομα Fake White, λέγοντας ότι ακούγονταν σχεδόν σαν Great White, αλλά στην ουσία ήταν απλά μια μπάντα που διασκεύαζε τον παλιό εαυτό της.


Η επίσημη επανένωση της μπάντας έγινε στις 27 Ιανουαρίου 2007 όταν οι Russell, Kendall, Lardie, McNabb και Desbrow έπαιξαν στο KeyClub του Hollywood για πρώτη φορά μαζί εδώ και πάνω από 5 χρόνια. Ένα νέο άλμπουμ κυκλοφόρησε με τίτλο Back to the Rhythm (2007), το οποίο περιείχε υλικό και από το ακυκλοφόρητο του 2001, ενώ τελευταία τους δουλειά είναι το Rising (2009) που κυκλοφόρησε φέτος την Άνοιξη.


Δισκογραφία (LP):
1984 - Great White
1986 - Shot in the Dark
1987 - Once Bitten...
1989 - ...Twice Shy
1991 - Hooked
1992 - Psycho City
1994 - Sail Away
1996 - Let It Rock
1999 - Can't Get There From Here
2001 - (ακυκλοφόρητο)
2007 - Back to the Rhythm
2009 - Rising

EPs:
1982 - On Your Knees
1983 - Out of the Night
1991 - The Blue EP

Live Δισκογραφία:
1988 - Recovery: Live!
1989 - Live at the Marquee
1990 - Live In London
1996 - Stage
2002 - Thank You... Goodnight!
2004 - Extended Versions
2006 - Once Bitten, Twice Live

Συλλογές:
1993 - The Best of Great White: 1986-1992
1998 - Rock Me
1999 - Stick It
1999 - Great Zeppelin: A Tribute to Led Zeppelin
2000 - The Best of Great White
2000 - Latest and Greatest
2001 - Greatest Hits
2001 - Rock Champions
2001 - Gallery
2002 - Recover (Διασκευές)
2002 - The Final Cuts (το Recover σε άλλη έκδοση)
2004 - Revisiting Familiar Waters (το Recover με 2 bonus κομμάτια)
2004 - Burning House of Love (Ιταλική κυκλοφορία του Recover χωρίς έγκριση και με προκλητικό τίτλο)
2004 - A Double Dose
2005 - Tribute to Led Zeppelin
2005 - Rock Breakout Years: 1988
2006 - Rock Me: The Best of Great White