Υπάρχουν αρκετές ταινίες που μπορούν να χαρακτηριστούν "Heavy Metal", ακόμη και αν το περιεχόμενό τους δεν έχει κάποια άμεση σύνδεση με τη μουσική αυτή. Υπάρχει βέβαια και η κλασική ταινία Heavy Metal του 1981, εμπνευσμένη από το ομώνυμο περιοδικό με κόμιξ, η οποία ήταν στην ουσία μια σειρά από αυτοτελείς ιστορίες με sword & sorcery ή sword & space θεματολογία, και είχε ως "οργανικό" μέρος του soundtrack κομμάτια από μπάντες όπως οι Sabbath (είχε βέβαια και ορχηστρικό score, από τον Elmer Bernstein). Το Heavy Metal, όπως άλλωστε και το περιοδικό, θύμιζε σε σημεία εξώφυλλα metal που είχαν ζωντανέψει, αλλά δεν αναφερόμαστε μόνο σε τέτοιες ταινίες.
Το θέμα με αρκετές ταινίες είναι ότι η αισθητική τους είναι αυτό που τις κάνει συμβατές με το metal. Για παράδειγμα, μπορεί η ταινία Conan the Barbarian να μην έχει ούτε μια νότα από metal στο soundtrack (έχει "απλά" ένα από τα πιο κορυφαία συμφωνικά έργα των τελευταίων 30 χρόνων) και ποτέ κανένας από τους βασικούς υπεύθυνους για τη δημιουργία της να μην είχε σύνδεση με το χώρο, αλλά ο Conan του Robert E. Howard σε συνδυασμό με την αισθητική του Conan του John Millius είναι μια από τις βασικές επιρροές του λεγόμενου true metal, του power metal, και όχι μόνο. Ρωτήστε κάθε μπάντα που χρησιμοποίησε σπαθιά στο λογότυπο, εικόνες του Ken Kelly στα εξώφυλλα, και υπερ-χρήση της λέξης "steel" σε τίτλους και στίχους (βασικό θέμα της ταινίας ήταν το "Αίνιγμα του Ατσαλιού" - Riddle of Steel). Ακόμη και γι αυτούς που ασχολήθηκαν στα 80s με τον Elric και με ξωτικά αντί για τον Κιμμέριο, η επιτυχία της ταινίας αυτής ήταν ο καταλύτης. Πόσοι συνδύασαν το Doom Metal με τον Thulsa Doom; Αυτό βέβαια είναι μεγάλο θέμα, για το δικό του άρθρο.
Στις ταινίες αυτές με βαθιά επίδραση στο metal σίγουρα ανήκει και το έργο του Clive Barker και ειδικά η ταινία Hellraiser, καθώς η κινηματογραφική μεταφορά της νουβέλας του The Hellbound Heart ήταν εκείνη που έκανε γνωστό το έργο του στους περισσότερους. Η σειρά των ταινιών αυτών με κεντρικό "κακό" τoν Pinhead είναι βέβαια σχεδόν "παρεξήγηση", και προϊόν κυρίως της εμπορικής επιτυχίας. Στο αυτοτελές βιβλίο του Barker ο "κακός" της υπόθεσης δεν είναι ακριβώς οι λεγόμενοι "Cenobite", και ειδικά ο αρχηγός τους που αργότερα ονομάστηκε Pinhead, αλλά η τερατώδης ανθρώπινη επιθυμία που τους καλεί μέσω του κύβου-puzzle, χωρίς να γνωρίζει τις συνέπειες.
Στο βιβλίο του Barker και την πρώτη ταινία Hellraiser οι χειρότερες πράξεις συμβαίνουν από ανθρώπους και ο Pinhead είναι στην ουσία ο Από Μηχανής Διάβολος, που πιστός στην αμφιλεγόμενη στάση που του έδωσε ο Barker από την αρχή, και παρά τις "We'll tear your soul apart" απειλές του, αρχικά δεν πειράζει την νεαρή πρωταγωνίστρια Kirsty (Ashley Lawrence). Λίγο μετά, όταν ετοιμάζεται να ξεσκίσει με τους γάντζους τον αληθινό "κακό" της ταινίας, τη διώχνει λέγοντας την αθάνατη ατάκα "This isn't for your eyes". Αυτό το θέμα μεταφέρεται αυτούσιο στην ταινία, η οποία είχε βέβαια αρκετές διαφορές απο το βιβλίο σε ότι αφορά τη μορφή, αλλά παρέμεινε πιστή στην κεντρική ιδέα. Η φωνή του Pinhead στο βιβλίο για παράδειγμα περιγράφεται ως "λεπτή", και ο χαρακτήρας είναι πιθανώς θηλυκού γένους (όπως και η γυναίκα cenobite των ταινιών) - η συμμετοχή του Doug Bradley στο ρόλο προέκυψε από τη φιλία του με τον Barker, και ήταν δική του ιδέα η απόκοσμη φωνή που στοίχειωσε όσους από εμάς την είδαμε για πρώτη φορά σε μικρές ηλικίες. Η βαθιά χροιά της ήταν βέβαια επεξεργασμένη, αλλά η εκφορά του λόγου του ίδιου του Bradley στο ρόλο είναι αμίμητη.
Ένα από τα highlight του Midian των Cradle of Filth ήταν η συμμετοχή του Bradley (με τη φωνή του Pinhead) ως αφηγητή, ειδικά στο Her Ghost in the Fog όπου οι λέξεις του συνοδεύονται και από το απόκοσμο πιάνο της εισαγωγής, το οποίο ακούγεται σχεδόν ως διασκευή και σαφής αναφορά στο κομμάτι "Resurrection" από τη μουσική του Christopher Young για τη ταινία. Ως γνωστόν "Midian" λεγόταν η πόλη των "νεκρών" στο βιβλίο του Barker, Cabal (το οποίο έγινε ταινία ως Nightbreed). Στο μουσικό βίντεο η φωνή υποτίθεται πως "ανήκει" σε έναν μουσάτο (τον οποίο υποδύεται ο David McEwen, καθώς ο Bradley δυστυχώς δεν μπορούσε να συμμετέχει στα γυρίσματα), αλλά δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία για τη μορφή που μας έρχεται στο μυαλό όταν ακούμε τη φωνή του στο δίσκο. Ο Bradley συνεργάστηκε βέβαια ξανά μαζί τους και σε επόμενα άλμπουμ. Μια και τους αναφέραμε, είναι πιο αξιόλογη μπάντα οι Filth από όσο λένε αρκετοί, αλλά ίσως ο "horror metal" ήχος τους θα δούλευε καλύτερα αν είχαν διαφορετικά φωνητικά και όχι τα τσιρίγματα του Dani.
Πέρα από αυτή την περίπτωση όμως, υπήρξαν πολλές μπάντες, επίσης από το χώρο του ακραίου metal, που χρησιμοποίησαν ηχητικά samples από τη ταινία, αλλά πιο σοβαρή περίπτωση είναι εκείνη των Σουηδών Entombed που διασκεύασαν το μουσικό θέμα του Hellbound στο EP τους Hollowman. Οι Dimmu Borgir έχουν επίσης σαφείς επιρροές από Christopher Young (εκτός από Danny Elfman, Howard Shore, Hans Zimmer κτλ) στα συμφωνικά μέρη του έργου τους, ενώ και ο ίδιος ο Shagrath έχει φωτογραφηθεί με αμφιέσεις που θυμίζουν τη στολή του Pinhead πίσω στις αρχές των 00s, δηλώνοντας σε συνεντεύξεις την αγάπη του για τη ταινία.
Το θέμα των "ανθρώπινων τεράτων" συνεχίστηκε βέβαια και στην δεύτερη ταινία, με τίτλο Hellbound: Hellraiser II. Όσοι την έχουν δει θα θυμούνται πως ο καταλύτης για την επιστροφή του Pinhead ήταν ο ψυχίατρος (Kenneth Cranham) με την ένοχη συνείδηση που ήθελε να μάθει τι συμβαίνει στο "επέκεινα", και πως όταν ένα κοριτσάκι, τρόφιμος του ψυχιατρείου στο οποίο ήταν υπεύθυνος, έλυσε για λογαριασμό του το παζλ, ο Pinhead απέτρεψε τους υπόλοιπους Cenobites από το να την ξεσκίσουν λέγοντας "It is not hands that call us, it is desire". Η επιθυμία του γιατρού είναι εκείνη που οδηγεί στη μεταμόρφωσή του σε Cenobite, ενώ από την άλλη η υπενθύμιση της ανθρώπινης φύσης είναι εκείνη που κάνει τον Pinhead να στραφεί εναντίον του, και να "σκοτωθεί" ο ίδιος.
Το Hellbound είναι στην ουσία ένα "Part II" της πρώτης ταινίας που προσέφερε ικανοποιητικές απαντήσεις σε κάποιους γρίφους της πρώτης, όπως την καταγωγή των Cenobites και την εναλλακτική διάσταση που κατοικούν. Καταπληκτικό set design, σκηνικά όπως ήξεραν να τα φτιάχνουν μόνο στα 80s, τα οποία στέκονται ακόμη και τώρα με την ονειρική τους ατμόσφαιρα. Ειδική μνεία πρέπει να γίνει και στην υποβλητική μουσική του Christopher Young για τις δύο αυτές ταινίες - αν οι μιλιμαλιστικές μελωδίες του Carpenter έδεσαν απόλυτα με τον "συνοικιακό" τρόμο του Halloween, οι μεγαλειώδεις συμφωνίες του Young (ο ίδιος περιέγραψε τη δουλειά του ως "celebration of horror") δημιούργούν την αναγκαία γοτθική ατμόσφαιρα δέους για το σύμπαν των ταινιών αυτών.
Εκεί που οι ταινίες άλλαξαν εντελώς νότα ήταν με την τρίτη ταινία. Το Hellraiser III: Hell on Earth φαίνεται σαν ξένο σώμα δίπλα στις δύο πρώτες, αλλά παράλληλα μοιάζει με "Tribute" ή με "fan fiction", έχοντας ισόποσες δόσεις αγάπης και παρωδίας για το θέμα, όπως ακριβώς κάνει ένας fan που τιμάει, αλλά ταυτόχρονα διακωμωδεί, τα πράγματα που του αρέσουν. Αλλά, η επιστροφή του Pinhead ως ενα βαθμό "στέκει". Ο Pinhead δεν πέθανε, αλλά παγιδεύτηκε στο γλυπτό που είδαμε στο τέλος της δεύτερης ταινίας. Το άγαλμα βρέθηκε στα χέρια ενός τυπά που λέγεται J.P. Monroe, που ταυτόχρονα είναι και ιδιοκτήτης ενός rock club, στο οποίο παίζουν οι Armored Saint το Hanging Judge. Τι χρειάζεται για να ζωντανέψει το άγαλμα; Να γίνει ένα πήδημα παρουσία του και μια γκόμενα να σταθεί, εν αγνοία της, μπροστά του, για να μπορέσει εκείνο να καλέσει τους γάντζους του και να "ζωντανέψει" πίνοντας αίμα (όπως και ο Christopher Lee στις ταινίες της Hammer). "Shall We Begin", και αρχίσει το πανηγύρι.
Ο Pinhead δεν είναι πλέον ένας "εξερευνητής" από άλλη διάσταση με απροσδιόριστες προθέσεις, ο οποίος αναλαμβάνει δράση ανάλογα με την επιθυμία αυτών που χρησιμοποιούν το παζλ. Είναι ο Freddy Kruger με καρφιά στο κεφάλι ο οποίος επιτίθεται με ιπτάμενους γάντζους αντί για γάντι με ξυράφια. Έχει αποκτήσει επίσης τη δύναμη να μετατρέπει σε Cenobite κάθε έναν που σκοτώνει, δίνοντάς του μορφή ανάλογη με τον τρόπο θανάτου του. Τι παθαίνει ο μπάρμαν του rock club; Γίνεται Cenobite που φτύνει φωτιά από το αλκοόλ. Ο DJ του ίδιου μαγαζιού; Φυσικά γίνεται Dischead. Ο J.P. Monroe πεθαίνει με ένα κομπρεσέρ στο κεφάλι και γίνεται Drillhead. Ένας μαλλιάς cameraman; Γίνεται Camerahead. Ποιος θα ακούσει τους Armored Saint; Οι metalhead. Ε, και ποιοι ακούγονται στους τίτλους τέλους της ταινίας να παίζουν το Hellraiser του Ozzy Osbourne; Οι Motorhead.
Το Hellraiser III είναι "metal" ταινία, ή μάλλον είναι το πάντρεμα των δύο πρώτων ταινιών με τον φυσικό συγγενή τους, την metal. Η αίσθηση δέους και τρόμου έχουν υποχωρήσει αρκετά για να δώσουν τη θέση τους στη δράση και το χιούμορ σε συνδυασμό με την αισθητική των μαύρων δερμάτινων και της rock μουσικής. Σε αυτό συνηγορεί και το αρκετά πιο αδύναμο score - αν στα δύο πρώτα η μουσική του Christopher Young έμοιαζε να είναι η διαβολική ορχήστρα που συνόδευε τον Pinhead όταν έκανε την είσοδό του, η μουσική του Randy Miller για το III είναι μια πιο συμβατική υπόκρουση για σκηνές "δράσης" και δεν σου μένει στο μυαλό. Αυτό που σου μένει στο μυαλό κυρίως είναι τα διάφορα rock κομμάτια που ακούγονται στις σκηνές του club, και η φωνή του Lemmy στους τίτλους τέλους.
Η ταινία, παρά τις σημαντικές διαφορές της από το σύμπαν του Barker, έφερε το όνομά του στον τίτλο (λεφτά!) και ήταν μεγάλη επιτυχία της εποχής της στους horror κύκλους, με μεγάλη καριέρα και στο βίντεο. Είναι ίσως η απόλυτη feel good ταινία τρόμου, όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται σαν έκφραση, και ιδανική επιλογή για πίτσες, μπύρες και οτιδήποτε άλλο. Δεν είναι περίεργο το ότι το Hellraiser III ήταν η μόνη ταινία της σειράς για την οποία κυκλοφόρησε κι ένα "Various Artist Soundtrack", ένα από τα λεγόμενα "songtrack", το οποίο σε μεγάλο βαθμό περιέχει την ατμόσφαιρα του rock στα τέλη των 80s, με κομμάτια από τους Motorhead (το προαναφερθέν Hellraiser, μαζί με το Hell on Earth), τους House of Lords (με το πολύ καλό Down, Down, Down), τους Triumph (με το δυναμίτη Troublemaker) και τους Ten Inch Men (με το Go With Me). Δυστυχώς το Hanging Judge των Armored Saint δεν υπάρχει στην αυθεντική έκδοση του CD (που είναι out of print εδώ και πολλά-πολλά χρόνια), αλλά σας το προσφέρουμε μαζί με το download.
1. Motorhead “Hellraiser” (4:32)
2. Ten Inch Men “Go With Me” (3:25)
3. Material Issue “What Girls Want” (3:56)
4. Electric Love Hogs “I Feel Like Steve” (5:05)
5. Triumph “Troublemaker” (4:09)
6. KMFDM “Ooh La La” (4:03)
7. Tin Machine “Baby Universal” (3:19)
8. The Soup Dragons “Divine Thing” (3:52)
9. House of Lords “Down, Down, Down” (4:51)
10. Motorhead “Hell on Earth” (4:00)
11. Chainsaw Kittens “Waltzing With A Jaguar” (2:38)
12. Armored Saint “Hanging Judge” (3:45)
Total - 47:35
Πολλές ταινίες χάλασαν στο τρίτο μέρος, είναι σαν να υπάρχει κατάρα. Το Conan βέβαια δεν πρόλαβε να βγάλει δεύτερο μέρος, έγινε δυστυχώς παρωδία με το ανεκδιήγητο Conan the Destroyer... Η τρίτη τανία της προηγούμενης σειράς του Σκοτεινού Ιππότη στα 90s λέγεται Batman Forever ή Batman For Never; Το Robocop 2 δεν πλησιάζει το πρώτο αλλά είχε όλη τη βία και το μηδενισμό της πρώτης ταινίας του Verhoeven και βλεπόταν - το Robocop 3 είναι σκέτος τενεκές. Το Terminator 3, κυκλοφόρησε πάνω από μια δεκαετία μετά από το Judgment Day, και για μερικούς δεν έχει λόγο ύπαρξης. Πολλοί έχουν βρίσει το X-Men 3. Οι ίδιοι οι fan που ήθελαν τον Venom "χάλασαν" το Spider-Man 3. Ακόμη, το τρίτο (ή μάλλον, το έκτο) των Star Wars, Return of the Jedi, θεωρείται σε σημεία πιο αδύναμο.
Υπάρχουν βέβαια και τρίτα μέρη που είναι πολύ καλύτερα από το δεύτερο, όπως τα Indiana Jones and the Last Crusade και Revenge of the Sith. Το Hellraiser III, αν και δεν πλησιάζει τα δύο πρώτα, είναι ένα από τα ελάχιστα παραδείγματα όπου το "threequel" ενός franchise είναι από τη μία ελαφρώς άσχετο με τα προηγούμενα, αλλά από την άλλη παραμένει καλό γι αυτό που θέλει να είναι. Θα αποτελούσε ιδανικό κλείσιμο του κύκλου των Hellraiser.
Όμως, money talks, και η σειρά συνεχίστηκε. Δυστυχώς διάφορα προβλήματα οδήγησαν στην αποκύρηξη της τέταρτης ταινίας (στα credit γράφει "Directed by Alan Smithee) από τον ίδιο το σκηνοθέτη του και έτσι το Hellraiser: Bloodline (εδώ παράτησαν τους αριθμούς) του 1996 ήταν η τελευταία κινηματογραφική παρουσία του Pinhead. Η σειρά αναβίωσε μετά από 6 ολόκληρα χρόνια με μέτριες, προορισμένες για το βίντεο ταινίες που δεν έχουν τίποτα παραπάνω από τις διάφορες ανάλογες ταινίες του τσουβαλιού που βλέπεις στα ράφια ενός DVD club μαζί με το Final Destination Part 14 και το I Still Fucking Know What You Did Four Summers Before the Last Summer... Ενδιαφέρον σημείο του Hellraiser: Inferno (2002) ήταν η παρουσία του Craig Sheffer, ο οποίος πρωταγωνίστησε στην (αποτυχημένη αλλά cult) ταινία του Clive Barker, Nightbreed (1990). Στην έκτη ταινία (για όσους κρατάνε λογαριασμό), το Hellraiser: Hellseeker (2002), ενδιαφέρον στοιχείο ήταν η επιστροφή της Ashley Lawrence ως Kirsty, πρωταγωνίστριας των δύο πρώτων ταινιών. Σε καμμία περίπτωση άξιες λόγου, αλλά κάπως ενδιαφέρουσες για τους πρωταγωνιστές τους. Εκεί που χάθηκε η μπάλα ήταν με τα 7 και 8 (δεν θυμάμαι καν τους τίτλους) που αντέγραφαν τις μέτριες αμερικανιές που περνιούνται για ταινιάκια τρόμου, με μόνο σωτήριο την παρουσία του Doug Bradley. Στο 9 βρεθήκαμε σε off side, καθώς δεν συμμετείχε ούτε καν ο Bradley, και στη θέση του υπήρχε ο Pseudo-Pinhead...
Οι τρεις πρώτες ταινίες όμως, μαζί με τα soundtrack τους, αξίζουν μια θέση σε κάθε ράφι ταινιών τρόμου.
0 comments:
Post a Comment