Αν αυτό ακούγεται αρκετά κυνικό ως εισαγωγή, δεν φταίμε εμείς, ο ίδιος ο Simmons στο βιβλίο του Sex, Money, Kiss (κατά δήλωσή του ο τίτλος υποδηλώνει τα πράγματα που λατρεύει) αναφέρει περήφανα ότι το αγαπημένο του πράγμα στον κόσμο, το μοναδικό για το οποίο κάνει τα πάντα, είναι τα λεφτά. Κάπου λέει ότι ετοιμαζόταν να κυκλοφορήσουν ακόμη και Kiss κωλόχαρτο με τις φάτσες των μελών σε κάθε "φύλλο" (δεν κάνουμε πλάκα), αλλά τελικά δεν ήταν δυνατό να γίνει λόγω τεχνικών δυσκολιών σχετικά με την αλληλεπίδραση του μελανιού και του λερωμένου κώλου.
Χωρίς να παραγνωρίζεται η πολύτιμη παρουσία των Peter Criss και Ace Frehley στην πρώτη (και ίσως μουσικά δημιουργικότερη για κάποιους) περίοδο της μπάντας, η υπερεπιτυχία της τετράδας με τις παράξενες "μάσκες" οφείλεται κυρίως στο εμπορικό δαιμόνιο του μπασίστα Gene Simmons και το ταλέντο και την συνέπεια του τραγουδιστή/ κιθαρίστα Paul Stanley. Οι δυο τους αποτέλεσαν τον σταθερό πυρήνα των Kiss από το ξεκίνημα, προτού ακόμη η μπάντα βαφτεί και αποτελέσει μια από τις επιρροές, μεγαλύτερη από όσο θα ήθελαν οι ίδιοι να παραδεχτούν, των Σκανδιναβών μπλακμεταλλάδων με τα άσπρα μούτρα.
Πιτσιρικάδες ακόμη, ο Ισραηλινής καταγωγής Simmons και Νεοϋρκέζος Stanley κινήθηκαν για κάποιο διάστημα ως Wicked Lester, με μέτρια επιτυχία, εως ότου γνώρισαν τον drummer Peter Criss μέσω μιας αγγελίας. Με την προσθήκη λίγο αργότερα, στα τέλη του 1972, και του Ace Frehley στη κιθάρα, το όραμα που είχαν για μια νέα μπάντα με πιο σκληρό ήχο, άρχισε να υλοποιείται.
Πέρα από τις μαλακίες που λέγονται για το τι σημαίνει το KISS (όπως ολόκληρα παραμύθια έχουν γραφτεί π.χ. για τους W.A.S.P. και τους AC/DC), η εξήγηση είναι απλή: ο Stanley σκέφτηκε ένα σύντομο και πιασιάρικο όνομα, που θυμίζει μεν γκόμενες (βασικός στόχος όσων πιάνουν μια κιθάρα στα χέρια), αλλά γίνεται εξίσου εύκολα και λογότυπο. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι το "KISS" είναι εξίσου αναγνωρίσημο με τη νυχτερίδα του Batman, σίγουρα όχι τυχαίο καθώς ο Simmons έχει αναφέρει ότι η αγάπη που είχε από μικρός για τα κόμιξ υπήρξε μια από τις βασικές επιρροές για το make-up και την συνολική εικόνα της μπάντας. Το όνομα έχει να κάνει και με μια από τις προηγούμενες μπάντες του Criss που λεγόταν Lips.
Η μπάντα ξεκίνησε τις ζωντανές εμφανίσεις από τις αρχές του 1973, και γνωρίστηκε με τον Bill Aucoin, o οποίος τους πρότεινε να γίνει ο μάνατζέρ τους. Εκείνοι δέχτηκαν με την προϋπόθεση να αποκτήσουν συμβόλαιο για δίσκο, και έτσι βρέθηκαν να είναι η πρώτη μπάντα της νεοσύστατης Emerald City (η οποία σύντομα ονομάστηκε Casablanca Records) του πρώην ποπ τραγουδιστή Neil Bogard (αμφιβάλλουμε ο συνειρμός που δημιουργεί το επίθετό Bogard σε σχέση με το όνομα της εταιρίας να είναι τυχαίος).
Στα τέλη της χρονιάς η μπάντα μπήκε στο στούντιο για το ομώνυμο ντεμπούτο της. Ωστόσο, το Kiss (1974), παρά την προώθηση και την συναυλιακή υποστήριξη, δεν τα πήγε ιδιαίτερα καλά. Την ίδια μοίρα ακολούθησε και το Hotter Than Hell (1974) που κυκλοφόρησε μερικούς μήνες αργότερα. Το Dressed To Kill (1975) παρουσίασε βελτιωμένες πωλήσεις, αλλά σχετικά απογοητευτικές σε σχέση με την φήμη που οι Kiss είχαν ήδη αρχίσει να χτίζουν με την σκηνική τους παρουσία: εντυπωσιακά show-υπερπαραγωγές με πυροτεχνήματα, τον Simmons να φτύνει φωτιές και "αίμα" (γιαούρτι με χρωστικές ουσίες) και τα τύμπανα να πετάνε σπίθες.
Η ιδέα που τους έσωσε, λοιπόν, ήταν ένα άλμπουμ που θα μετέδιδε αυτή την ενέργεια των show ως ηχητική εμπειρία. Αν και αργότερα παραδέχτηκαν ότι το Alive! (1975) έχει πειράγματα στο στούντιο και μίξη περισσότερου κοινού, ο δίσκος κυριολεκτικά έσωσε την εταιρία τους και τους έβαλε στο μουσικό χάρτη. Είναι ίσως το πραγματικό "ντεμπούτο" τους, καθώς η live εκδοχή του "Rock And Roll All Nite" με την προσθήκη σόλο θεωρήθηκε η "οριστική", και όχι εκείνη του Dressed to Kill.
Στον απόηχο της επιτυχίας αυτής, η μπάντα δεν έχασε χρόνο και μπήκε στο στούντιο με τον παραγωγό Bob Ezrin, γνωστό από τις συνεργασίες του με τον Alice Cooper. Έχοντας στα χέρια τους μπόλικα λεφτά ως προϋπολογισμό, το Destroyer (1976) ήταν ο πιο φιλόδοξος μέχρι τότε δίσκος τους, με χρήση ορχήστρας και μπόλικων στουντιακών εφέ. Κερασάκι στην τούρτα και η εικονογράφηση του εξώφυλλου από τον Ken Kelly (γνωστό κυρίως για τις fantasy δουλειές του, και τα καταπληκτικά εξώφυλλα Conan). Ο δίσκος έγινε σύντομα χρυσός, ενώ μέχρι τα τέλη της χρονιάς, και με την βοήθεια του single για την μπαλάντα "Beth", έγινε το πρώτο τους πλατινένιο άλμπουμ.
Σε διάστημα μικρότερο του ενός χρόνου ακολούθησαν δύο ακόμη από τα υπερεπιτυχημένα τους άλμπουμ, Rock And Roll Over (1976) και Love Gun (1977) - το δεύτερο επίσης με "επικό" εξώφυλλο από τον Ken Kelly. Οι δίσκοι έγιναν σύντομα πλατινένιοι, όπως και ο δεύτερος "ζωντανός" δίσκος τους με τον πρωτότυπο τίτλο Alive II (1977). Οι Kiss είχαν γίνει πλέον megastars, και πέρα από τα εκρηκτικά live τους, οι εμφανίσεις τους σε τηλεοπτικές εκπομπές για την προώθηση του εαυτού τους ήταν αρκετές. Η περίοδος αυτή ήταν και η καλύτερη για την κυκλοφορία της πρώτης του συλλογής Double Platinum (1978), το οποίο έγινε επίσης πλατινένιο (αν και δεν έγινε ποτέ διπλά πλαντινένιο).
Η επιτυχία δίνει τις καλύτερες ευκαιρίες για κινήσεις που ένας κυνικός μπορεί να θεωρήσει ως "αρπαχτές", οπότε φυσικό επακόλουθο της τεράστιας απήχησης που απέκτησε η μπάντα ήταν το πραγματικά ανελέητο merchandise με διάφορα προϊόντα που έφεραν την εικόνα και το λογότυπό τους - πράγμα που οφείλεται κυρίως στο εμπορικό (ή απλά Εβραϊκό; είπαμε ο άνθρωπος είναι Ισραηλινής καταγωγής) πνεύμα του "δαίμονα" Gene Simmons. Μπιχλιπίδια όπως κουκλάκια, παιχνίδια αλλά και make-up kits τους έφεραν εκατομμύρια που δεν είχαν σχέση με μουσική, αν και τα τεύχη της Marvel Comics είναι αξιόλογα καθώς τα δημιουργικά teams από πίσω τους είναι υπεύθυνα για μερικά από τα καλύτερα Αμερικάνικα κόμιξ της εποχής εκείνης, συμπεριλαμβανομένου και του Conan.
Κάτι άλλο που επίσης μπορεί να θεωρηθεί ως αρπαχτή είναι και η κυκλοφορία των τεσσάρων "σόλο" άλμπουμ, το κάθε ένα με τίτλο το όνομα ενός μέλους της μπάντας, χωρίς βέβαια να υπονοεί κανείς ότι το ηχητικό αποτέλεσμα ήταν κακό. Αλλά πόσο "solo" είναι 4 άλμπουμ που κυκλοφορούν από τα μέλη μιας μπάντας εν ενεργεία, με artwork που φέρει το επίσημο λογότυπο καθώς και τις φάτσες των μελών με το make-up που φορούν για τη μπάντα αυτή; Ο εμπορικός θρίαμβος που περίμεναν με την κίνηση αυτή δεν ήρθε ποτέ (δηλ. το κοινό δεν τσίμπησε), και οι συνολικές πωλήσεις των 4 άλμπουμ δεν ξεπέρασαν εκείνες του Love Gun. Πάντως σαν άκουσμα είναι ενδιαφέροντα, με του Stanley και του Frehley να διατηρούν το κλασικό hard rock ύφος, του Criss να κάνει προφανείς τις R&B επιρροές του, ενώ του Simmons να είναι το πιο εκλεκτικό με επιρροές από Beatles, συνεργασίες με διάφορα τότε μεγάλα ονόματα της μουσικής σκηνής, έως και μια διασκευή από το τραγούδι της ταινίας Pinocchio του Ντίσνεϋ ("When You Wish Upon a Star"). Είμαστε σίγουροι ότι η επιλογή του τελευταίου τραγουδιού ήταν καθαρά συμβολική.
Η επιτυχία, επίσης, μερικές φορές δημιουργεί τις συνθήκες για σπασμωδικές κινήσεις και στραβοπατήματα που ίσως προκαλούνται από την αίσθηση του "άτρωτου". Σε αυτό το σημείο τελειώνει το πρώτο μέρος του αφιερώματος για τους Kiss και την πρώτη περίοδό τους. Στο επόμενο θα ασχοληθούμε με την περίοδο της σύντομης παρακμής τους, στα τέλη της δεκαετίας και τις αρχές της επόμενης, αλλά και τον επαναπροσδιορισμό της εικόνας, και της αναγέννησής τους μέσα στα 80s.
Την επόμενη χρονιά το Dynasty (1979) έγινε πλατινένιο, αλλά η "The Return of Kiss" περιοδεία για την προώθησή του δεν είχε την ανάλογη επιτυχία, ενώ είχαν αρχίσει να γίνονται εμφανή και τα εσωτερικά προβλήματα της μπάντας. Στις 16 Δεκεμβρίου του 1979 ο Criss έπαιξε για τελευταία φορά με τη μπάντα (μέχρι το reunion του 1996). Τελευταία του συμμετοχή σε ηχογραφήσεις ήταν το Unmasked (1980), ένα μέτριο άλμπουμ με παραπλανητικό τίτλο (οι Kiss θα έβγαζαν τις μάσκες μερικά χρόνια αργότερα) που έκανε την παρακμή της μπάντας εμφανή. Ένα μοναδικό show έγινε στις ΗΠΑ για την προώθηση του δίσκου, στο οποίο έκανε την πρεμιέρα του ο νέος drummer της μπάντας Eric Carr (ως "Αλεπού").
Για τον επόμενο δίσκο η μπάντα συνεργάστηκε με τον Bob Ezrin ("Destroyer") και υποσχέθηκε μια επιστροφή στις Hard Rock ρίζες της, αλλά το Music From the Elder (1981) ήταν κάθε άλλο παρά αυτό. Υποτίθεται το soundtrack για μια "ταινία" στο μυαλό του Simmons με αρκετά κλισέ ιστορία (κάποιος που σώζει τον κόσμο - πρωτότυπο) και διάφορες ετερκόκλητες επιρροές στη μουσική όπως μεσαιωνικά όργανα και πολλά πλήκτρα, το άλμπουμ συνάντησε αρνητική αποδοχή και έπαιξε ρόλο και στην αυξανόμενη αγανάκτηση του Ace Frehley με την πορεία που είχε πάρει η μπάντα. Νοιώθοντας επιπλέον πως η γνώμη του πλέον δεν ακουγόταν καθώς η "ψήφος" του ήταν 1 προς 2 απέναντι στους Simmons/Stanley (ο Carr ως μη ιδρυτικό μέλος δεν είχε ψήφο), αποχώρησε με τη σειρά του στα τέλη του 1982, παρόλο που παρέμεινε ως συνέταιρος μέχρι το 1985.
Δισκογραφία LP
Δισκογραφία LIVE
Δισκογραφία COMPILATIONS
Χωρίς να παραγνωρίζεται η πολύτιμη παρουσία των Peter Criss και Ace Frehley στην πρώτη (και ίσως μουσικά δημιουργικότερη για κάποιους) περίοδο της μπάντας, η υπερεπιτυχία της τετράδας με τις παράξενες "μάσκες" οφείλεται κυρίως στο εμπορικό δαιμόνιο του μπασίστα Gene Simmons και το ταλέντο και την συνέπεια του τραγουδιστή/ κιθαρίστα Paul Stanley. Οι δυο τους αποτέλεσαν τον σταθερό πυρήνα των Kiss από το ξεκίνημα, προτού ακόμη η μπάντα βαφτεί και αποτελέσει μια από τις επιρροές, μεγαλύτερη από όσο θα ήθελαν οι ίδιοι να παραδεχτούν, των Σκανδιναβών μπλακμεταλλάδων με τα άσπρα μούτρα.
Πιτσιρικάδες ακόμη, ο Ισραηλινής καταγωγής Simmons και Νεοϋρκέζος Stanley κινήθηκαν για κάποιο διάστημα ως Wicked Lester, με μέτρια επιτυχία, εως ότου γνώρισαν τον drummer Peter Criss μέσω μιας αγγελίας. Με την προσθήκη λίγο αργότερα, στα τέλη του 1972, και του Ace Frehley στη κιθάρα, το όραμα που είχαν για μια νέα μπάντα με πιο σκληρό ήχο, άρχισε να υλοποιείται.
Πέρα από τις μαλακίες που λέγονται για το τι σημαίνει το KISS (όπως ολόκληρα παραμύθια έχουν γραφτεί π.χ. για τους W.A.S.P. και τους AC/DC), η εξήγηση είναι απλή: ο Stanley σκέφτηκε ένα σύντομο και πιασιάρικο όνομα, που θυμίζει μεν γκόμενες (βασικός στόχος όσων πιάνουν μια κιθάρα στα χέρια), αλλά γίνεται εξίσου εύκολα και λογότυπο. Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι το "KISS" είναι εξίσου αναγνωρίσημο με τη νυχτερίδα του Batman, σίγουρα όχι τυχαίο καθώς ο Simmons έχει αναφέρει ότι η αγάπη που είχε από μικρός για τα κόμιξ υπήρξε μια από τις βασικές επιρροές για το make-up και την συνολική εικόνα της μπάντας. Το όνομα έχει να κάνει και με μια από τις προηγούμενες μπάντες του Criss που λεγόταν Lips.
Η μπάντα ξεκίνησε τις ζωντανές εμφανίσεις από τις αρχές του 1973, και γνωρίστηκε με τον Bill Aucoin, o οποίος τους πρότεινε να γίνει ο μάνατζέρ τους. Εκείνοι δέχτηκαν με την προϋπόθεση να αποκτήσουν συμβόλαιο για δίσκο, και έτσι βρέθηκαν να είναι η πρώτη μπάντα της νεοσύστατης Emerald City (η οποία σύντομα ονομάστηκε Casablanca Records) του πρώην ποπ τραγουδιστή Neil Bogard (αμφιβάλλουμε ο συνειρμός που δημιουργεί το επίθετό Bogard σε σχέση με το όνομα της εταιρίας να είναι τυχαίος).
Στα τέλη της χρονιάς η μπάντα μπήκε στο στούντιο για το ομώνυμο ντεμπούτο της. Ωστόσο, το Kiss (1974), παρά την προώθηση και την συναυλιακή υποστήριξη, δεν τα πήγε ιδιαίτερα καλά. Την ίδια μοίρα ακολούθησε και το Hotter Than Hell (1974) που κυκλοφόρησε μερικούς μήνες αργότερα. Το Dressed To Kill (1975) παρουσίασε βελτιωμένες πωλήσεις, αλλά σχετικά απογοητευτικές σε σχέση με την φήμη που οι Kiss είχαν ήδη αρχίσει να χτίζουν με την σκηνική τους παρουσία: εντυπωσιακά show-υπερπαραγωγές με πυροτεχνήματα, τον Simmons να φτύνει φωτιές και "αίμα" (γιαούρτι με χρωστικές ουσίες) και τα τύμπανα να πετάνε σπίθες.
Η ιδέα που τους έσωσε, λοιπόν, ήταν ένα άλμπουμ που θα μετέδιδε αυτή την ενέργεια των show ως ηχητική εμπειρία. Αν και αργότερα παραδέχτηκαν ότι το Alive! (1975) έχει πειράγματα στο στούντιο και μίξη περισσότερου κοινού, ο δίσκος κυριολεκτικά έσωσε την εταιρία τους και τους έβαλε στο μουσικό χάρτη. Είναι ίσως το πραγματικό "ντεμπούτο" τους, καθώς η live εκδοχή του "Rock And Roll All Nite" με την προσθήκη σόλο θεωρήθηκε η "οριστική", και όχι εκείνη του Dressed to Kill.
Στον απόηχο της επιτυχίας αυτής, η μπάντα δεν έχασε χρόνο και μπήκε στο στούντιο με τον παραγωγό Bob Ezrin, γνωστό από τις συνεργασίες του με τον Alice Cooper. Έχοντας στα χέρια τους μπόλικα λεφτά ως προϋπολογισμό, το Destroyer (1976) ήταν ο πιο φιλόδοξος μέχρι τότε δίσκος τους, με χρήση ορχήστρας και μπόλικων στουντιακών εφέ. Κερασάκι στην τούρτα και η εικονογράφηση του εξώφυλλου από τον Ken Kelly (γνωστό κυρίως για τις fantasy δουλειές του, και τα καταπληκτικά εξώφυλλα Conan). Ο δίσκος έγινε σύντομα χρυσός, ενώ μέχρι τα τέλη της χρονιάς, και με την βοήθεια του single για την μπαλάντα "Beth", έγινε το πρώτο τους πλατινένιο άλμπουμ.
Σε διάστημα μικρότερο του ενός χρόνου ακολούθησαν δύο ακόμη από τα υπερεπιτυχημένα τους άλμπουμ, Rock And Roll Over (1976) και Love Gun (1977) - το δεύτερο επίσης με "επικό" εξώφυλλο από τον Ken Kelly. Οι δίσκοι έγιναν σύντομα πλατινένιοι, όπως και ο δεύτερος "ζωντανός" δίσκος τους με τον πρωτότυπο τίτλο Alive II (1977). Οι Kiss είχαν γίνει πλέον megastars, και πέρα από τα εκρηκτικά live τους, οι εμφανίσεις τους σε τηλεοπτικές εκπομπές για την προώθηση του εαυτού τους ήταν αρκετές. Η περίοδος αυτή ήταν και η καλύτερη για την κυκλοφορία της πρώτης του συλλογής Double Platinum (1978), το οποίο έγινε επίσης πλατινένιο (αν και δεν έγινε ποτέ διπλά πλαντινένιο).
Η επιτυχία δίνει τις καλύτερες ευκαιρίες για κινήσεις που ένας κυνικός μπορεί να θεωρήσει ως "αρπαχτές", οπότε φυσικό επακόλουθο της τεράστιας απήχησης που απέκτησε η μπάντα ήταν το πραγματικά ανελέητο merchandise με διάφορα προϊόντα που έφεραν την εικόνα και το λογότυπό τους - πράγμα που οφείλεται κυρίως στο εμπορικό (ή απλά Εβραϊκό; είπαμε ο άνθρωπος είναι Ισραηλινής καταγωγής) πνεύμα του "δαίμονα" Gene Simmons. Μπιχλιπίδια όπως κουκλάκια, παιχνίδια αλλά και make-up kits τους έφεραν εκατομμύρια που δεν είχαν σχέση με μουσική, αν και τα τεύχη της Marvel Comics είναι αξιόλογα καθώς τα δημιουργικά teams από πίσω τους είναι υπεύθυνα για μερικά από τα καλύτερα Αμερικάνικα κόμιξ της εποχής εκείνης, συμπεριλαμβανομένου και του Conan.
Κάτι άλλο που επίσης μπορεί να θεωρηθεί ως αρπαχτή είναι και η κυκλοφορία των τεσσάρων "σόλο" άλμπουμ, το κάθε ένα με τίτλο το όνομα ενός μέλους της μπάντας, χωρίς βέβαια να υπονοεί κανείς ότι το ηχητικό αποτέλεσμα ήταν κακό. Αλλά πόσο "solo" είναι 4 άλμπουμ που κυκλοφορούν από τα μέλη μιας μπάντας εν ενεργεία, με artwork που φέρει το επίσημο λογότυπο καθώς και τις φάτσες των μελών με το make-up που φορούν για τη μπάντα αυτή; Ο εμπορικός θρίαμβος που περίμεναν με την κίνηση αυτή δεν ήρθε ποτέ (δηλ. το κοινό δεν τσίμπησε), και οι συνολικές πωλήσεις των 4 άλμπουμ δεν ξεπέρασαν εκείνες του Love Gun. Πάντως σαν άκουσμα είναι ενδιαφέροντα, με του Stanley και του Frehley να διατηρούν το κλασικό hard rock ύφος, του Criss να κάνει προφανείς τις R&B επιρροές του, ενώ του Simmons να είναι το πιο εκλεκτικό με επιρροές από Beatles, συνεργασίες με διάφορα τότε μεγάλα ονόματα της μουσικής σκηνής, έως και μια διασκευή από το τραγούδι της ταινίας Pinocchio του Ντίσνεϋ ("When You Wish Upon a Star"). Είμαστε σίγουροι ότι η επιλογή του τελευταίου τραγουδιού ήταν καθαρά συμβολική.
Η επιτυχία, επίσης, μερικές φορές δημιουργεί τις συνθήκες για σπασμωδικές κινήσεις και στραβοπατήματα που ίσως προκαλούνται από την αίσθηση του "άτρωτου". Σε αυτό το σημείο τελειώνει το πρώτο μέρος του αφιερώματος για τους Kiss και την πρώτη περίοδό τους. Στο επόμενο θα ασχοληθούμε με την περίοδο της σύντομης παρακμής τους, στα τέλη της δεκαετίας και τις αρχές της επόμενης, αλλά και τον επαναπροσδιορισμό της εικόνας, και της αναγέννησής τους μέσα στα 80s.
Τα τέλη της δεκαετίας του 1970 θεωρούνται ως η αφετηρία της παρακμής για την μπάντα με σημάδια εσωτερικής διάλυσης, διαφωνίες, τρελλό merchandising που υπερκάλυπτε την ίδια τη μουσική και φυσικά αμφιλεγόμενα (για να μην πούμε εντελώς άκυρα και φανούμε άδικοι) άλμπουμ.
Μια από τις μεγαλύτερες πατάτες τους ήταν και η ταινία Kiss Meets the Phantom of the Park, η οποία έκανε πρεμιέρα τον Οκτώβριο του 1978 στο NBC. Η ταινία, ακολουθώντας τα τέσσερα "σόλο" άλμπουμ που είχαν κυκλοφορήσει μερικούς μήνες πριν, ήταν υποτίθεται το δεύτερο μέρος μιας μιντιακής "επίθεσης" που θα έκανε τους Kiss ακόμη πιο τεράστιους. Για να πούμε την αλήθεια, βέβαια, τα ratings στην πρώτη εκείνη προβολή ήταν αρκετά ψηλά. Όμως, τι σχέση έχει αυτό το πράγμα με οτιδήποτε, ειδικά αν σκεφτείς ότι πρόθεσή τους ήταν η ταινία να είναι μια μίξη του A Hard Day's Night και του (κρατηθείτε) Star Wars, με τους Kiss ως σουπερήρωες. Μα δηλαδή, ΤΙ ΕΙΧΑΝ ΣΤΟ ΜΥΑΛΟ ΤΟΥΣ;
Μια από τις μεγαλύτερες πατάτες τους ήταν και η ταινία Kiss Meets the Phantom of the Park, η οποία έκανε πρεμιέρα τον Οκτώβριο του 1978 στο NBC. Η ταινία, ακολουθώντας τα τέσσερα "σόλο" άλμπουμ που είχαν κυκλοφορήσει μερικούς μήνες πριν, ήταν υποτίθεται το δεύτερο μέρος μιας μιντιακής "επίθεσης" που θα έκανε τους Kiss ακόμη πιο τεράστιους. Για να πούμε την αλήθεια, βέβαια, τα ratings στην πρώτη εκείνη προβολή ήταν αρκετά ψηλά. Όμως, τι σχέση έχει αυτό το πράγμα με οτιδήποτε, ειδικά αν σκεφτείς ότι πρόθεσή τους ήταν η ταινία να είναι μια μίξη του A Hard Day's Night και του (κρατηθείτε) Star Wars, με τους Kiss ως σουπερήρωες. Μα δηλαδή, ΤΙ ΕΙΧΑΝ ΣΤΟ ΜΥΑΛΟ ΤΟΥΣ;
Την επόμενη χρονιά το Dynasty (1979) έγινε πλατινένιο, αλλά η "The Return of Kiss" περιοδεία για την προώθησή του δεν είχε την ανάλογη επιτυχία, ενώ είχαν αρχίσει να γίνονται εμφανή και τα εσωτερικά προβλήματα της μπάντας. Στις 16 Δεκεμβρίου του 1979 ο Criss έπαιξε για τελευταία φορά με τη μπάντα (μέχρι το reunion του 1996). Τελευταία του συμμετοχή σε ηχογραφήσεις ήταν το Unmasked (1980), ένα μέτριο άλμπουμ με παραπλανητικό τίτλο (οι Kiss θα έβγαζαν τις μάσκες μερικά χρόνια αργότερα) που έκανε την παρακμή της μπάντας εμφανή. Ένα μοναδικό show έγινε στις ΗΠΑ για την προώθηση του δίσκου, στο οποίο έκανε την πρεμιέρα του ο νέος drummer της μπάντας Eric Carr (ως "Αλεπού").
Για τον επόμενο δίσκο η μπάντα συνεργάστηκε με τον Bob Ezrin ("Destroyer") και υποσχέθηκε μια επιστροφή στις Hard Rock ρίζες της, αλλά το Music From the Elder (1981) ήταν κάθε άλλο παρά αυτό. Υποτίθεται το soundtrack για μια "ταινία" στο μυαλό του Simmons με αρκετά κλισέ ιστορία (κάποιος που σώζει τον κόσμο - πρωτότυπο) και διάφορες ετερκόκλητες επιρροές στη μουσική όπως μεσαιωνικά όργανα και πολλά πλήκτρα, το άλμπουμ συνάντησε αρνητική αποδοχή και έπαιξε ρόλο και στην αυξανόμενη αγανάκτηση του Ace Frehley με την πορεία που είχε πάρει η μπάντα. Νοιώθοντας επιπλέον πως η γνώμη του πλέον δεν ακουγόταν καθώς η "ψήφος" του ήταν 1 προς 2 απέναντι στους Simmons/Stanley (ο Carr ως μη ιδρυτικό μέλος δεν είχε ψήφο), αποχώρησε με τη σειρά του στα τέλη του 1982, παρόλο που παρέμεινε ως συνέταιρος μέχρι το 1985.
Δισκογραφία LP
- 1974 - Kiss
- 1974 - Hotter Than Hell
- 1975 - Dressed to Kill
- 1976 - Destroyer
- 1976 - Rock and Roll Over
- 1977 - Love Gun
- 1979 - Dynasty
- 1980 - Unmasked
- 1981 - Music from "The Elder"
- 1982 - Creatures of the Night
- 1983 - Lick It Up
- 1984 - Animalize
- 1985 - Asylum
- 1987 - Crazy Nights
- 1989 - Hot In The Shade
- 1992 - Revenge
- 1997 - Carnival of Souls: The Final Sessions
- 1998 - Psycho Circus
- 2009 - Sonic Boom
Δισκογραφία LIVE
- 1975 - Alive
- 1977 - Alive II
- 1993 - Alive III
- 1996 - Kiss Unplugged
- 1996 - You Wanted the Best, You Got the Best!!
- 2003 - Kiss Symphony: Alive IV
- 2004 - Kiss Instant Live!
- 2008 - Kiss Alive 3.5
Δισκογραφία COMPILATIONS
- 1976 - The Originals
- 1976 - The Originals II (Japan Only)
- 1978 - Double Platinum
- 1979 - Best of Solo Albums
- 1982 - Killers
- 1986 - The Singles (Australia Only)
- 1988 - Smashes, Thrashes & Hits
- 1988 - Chikara (Japan only)
- 1997 - Greatest Kiss
- 1997 - Greatest Hits (UK only)
- 2001 - The Box Set
- 2002 - The Very Best of Kiss
- 2003 - The Best of Kiss: The Millenium Collection
- 2004 - The Best of Kiss, Volume 2: The Millenium Collection
- 2005 - Gold
- 2005 - Kiss Chronicles: 3 Classic Albums
- 2006 - The Best of Kiss, Volume 3: The Millenium Collection
- 2006 - Kiss Alive! 1975 - 2000
- 2008 - Ikons